Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

Τι είναι η ζωή

Ήταν Νοέμβριος, εποχή που οι γεωργοί, αφού προηγούμενα είχαν τακτοποιήσει τα χωράφια  τους  τα έσπερναν  με  σιτάρι  κυρίως. Ο  παππούς, γέρος πια και ανήμπορος  γι’ αυτές τις  εργασίες, μια ολόκληρη  ζωή  άλλωστε  τις έκανε, συχνά  καθόταν  στο μπαλκόνι  του σπιτιού  του, όταν ο καιρός  το επέτρεπε, και αγνάντευε όλα  όσα  συνέβαιναν γύρω  του. Αλλά και όταν ο καιρός δεν ήταν καλός απ’ το παράθυρο του καθιστικού του περνούσε την ώρα του παρατηρώντας, όσο μπορούσε, τα  τεκταινόμενα  στο χωριό. Και ήταν αυτές οι εντυπώσεις που γέμιζαν τη ζωή των ανθρώπων, διότι τότε ούτε τηλεόραση υπήρχε, ούτε ραδιόφωνο, ούτε  εφημερίδες και  περιοδικά  αλλά  ούτε  και ηλεκτρικό  φως.

Ένα πρωινό που ο παππούς έμεινε στο σπίτι και έως να έλθει η ώρα να  πάει στο καφενείο να κουβεντιάσει ή να παίξει καμιά πρέφα με τους άλλους  5-6 γερόντους του χωριού, πήρε την καρέκλα και κάθισε στην ανατολική  γωνιά του μπαλκονιού. Το μέρος αυτό το προτιμούσε  γιατί  είχε  μεγαλύτερη ορατότητα. Τότε είδε απέναντι, κάπου πεντακόσια μέτρα μακριά το συγχωριανό του το  Δημονάσιο που έζευε τα δύο του βόδια στο ξυλά-λετρο για να σπείρει  το χωράφι  του.  Είχε  παρατηρήσει  ακόμα  ότι  πριν  είχε  κάμει και τα εξής. Όταν έφθασε στο χωράφι ξεφόρτωσε από το γάιδαρό του ένα  τσουβάλι, μέσα στο οποίο είχε το σπόρο, και το άφησε κάτω. Πήγε μετά πιο πέρα το ζώο και το άφησε να βοσκήσει. Μετά αφού είχε ετοιμάσει το ζευγάρι γύρισε  προς  την ανατολή  στάθηκε  προσοχή και έκανε  την  προσευχή του.

Ο παππούς όταν είδε αυτή τη σκηνή συγκινήθηκε. Θυμήθηκε τις τέτοιες  στιγμές  της δικής του ζωής. Σηκώθηκε από την καρέκλα, γύρισε ανατολικά  και συμπροσευχήθηκε και εκείνος. Ήταν ιερή η στιγμή εκείνη. Ήταν κάτι  όπως γίνεται με την έπαρση της σημαίας που όλοι μας όταν αντιλαμβανόμαστε αυτό το γεγονός στεκόμαστε προσοχή. Αυτό το έκαναν όλοι στο  χωριό. Από  θεού  άρξασθε. Τι προσευχή μπορούσε να κάνει ο απλός εκείνος χωρικός με τα γράμματα που ήξερε! Αν μπορούσε να τη γράψει ίσως δεν θα ήταν ούτε  μια αράδα.

Και όμως, αυτήν την προσευχή πάντα ο θεός την άκουγε, γιατί  έβγαινε  από τα κατάβαθα της ψυχής με πίστη και σιγουριά.  «Θεέ, Συ που  έπλασες  και κυβερνάς  τον κόσμο, βοήθησε να πάει  καλά  ο σπόρος  που θα σπείρω  και να  απολαύσουμε το καρπό  του γεροί». Μετά  έσπειρε  το σπόρο  στο χωράφι, πήρε  το ζευγάρι  με τα βόδια  και άρχισε  να το οργώνει. Συντροφιά  του είχε  τα διάφορα  πουλιά  που τότε  ο τόπος ήταν  γεμάτος, τα οποία, από τα γύρω  δέντρα  πετούσαν  στο χωράφι  για να  τσιμπήσουν κάποιους  σπόρους.  Έως  εδώ ο παππούς  παρακολούθησε  όλα  όσα  συνέβησαν. Μετά  όμως  άρχισε ο δικός  του  προβληματισμός. Οι γνώσεις του  λίγες. Πολλές  προέρχονταν  από την  παρατήρηση  που έκανε στα διάφορα γεγονότα, τους  συσχετισμούς και τα  ανάλογα  συμπεράσματα που μπορούσε να βγάλει κανείς. Τότε  του ήλθε  στο νου  η ερώτηση.

Τι είναι ζωή;  Αλήθεια, είπε  και  ξανά  είπε μέσα του, τι είναι η ζωή;  Και αφού σκέφθηκε  αρκετά είπε: Να θεέ μου σαν ένα τσουβάλι με σπόρους  σιταριού λ.χ.  είναι. Κάθε σπόρος  αντιστοιχεί ας πούμε σε έναν άνθρωπο. Παίρνεις  στην παλάμη σου  ένα σπυρί μικρούτσικο και ασήμαντο. Το κοιτάς  και λες ότι  είναι ένα τίποτα. Και όμως αυτός ο μικρός σπόρος κρύβει μέσα του  ζωή και δύναμη  τεράστια. Μέσα  του υπάρχει ο θεός. Από το σπυρί αυτό  και τα όμοιά του  εξαρτάται  η  ζωή  όλου  σχεδόν  του  ζωικού κόσμου.

Αυτός ο σπόρος  όταν πέσει  στο χώμα  και σκεπασθεί  θα φυτρώσει, θα βγάλει πολλές φύτρες γύρω του, θα μεγαλώσουν και με τον καιρό θα βγάλουν πάλι στάχια με πάρα πολλά σπυριά, δηλαδή  θα πολλαπλασιασθεί. Έτσι, πρέπει από το θεό να γίνει. Του αρχικού σπόρου ο προορισμός τελείωσε. Όμως η ζωή που μέσα του έκρυβε δεν χάθηκε και συνεχίζεται. Τότε θυμήθηκε και την παραβολή του σπορέα που άκουσε μια  Κυριακή στην Εκκλησία, όπου ανάλογα με  το που  ο κάθε  σπόρος έπεσε  είχε  και κάποιο  αποτέλεσμα καθώς  και το  νόημα  της  παραβολής  εκείνης. Μόνο  οι σπόροι  που έπεσαν  στο χώμα  συνέχισαν  τον κύριο προορισμό τους. Αλλά  και οι άλλοι  τελείως  δεν χάθηκαν, κάποιο αποτέλεσμα είχαν, έστω  και ως τροφή των πουλιών, έστω και ως ύλη τροφής των χόρτων και των βρύων.

Τίποτε δεν χάνεται, σκέφθηκε, τουλάχιστον όσο θέλει ο θεός, Να! Συνέχισε να σκέπτεσαι, ένα σποράκι είμαι κι εγώ. Την ίδια πορεία δεν ακολούθησε και η δική μου ζωή! Και όταν όπως του σπόρου ο προορισμός τελείωσε δεν χάθηκε, έτσι και εγώ, είπε, όταν ο προορισμός μου τελειώσει ο Κύριος θα με καλέσει κοντά του, τίποτε δεν χάνεται. Αλλά και οι άλλοι συνάνθρωποί μου, σκέφθηκε, που δεν έτυχε για διαφόρους λόγους να ακολουθήσουν αυτήν την πορεία αλλά έζησαν όπως ο σπόρος με τα πουλιά και τις πέτρες της παραβολής στο Θεό όλοι θα επιστρέψουμε όταν έλθει η ώρα με  περισσότερη  ή λιγότερη  ευθύνη για όσα πράξαμε.

Αυτή  η κρίση  δεν είναι δική μας υπόθεση, είναι του Δημιουργού, όπως  ευθύνη της σποράς κατ΄ αναλογία  είναι του σπορέα, και  η κρίση Του θα είναι  δικαία  για όλους. Ούτε  να νομίζουν μερικοί – μερικοί, που παρακάνουν φαινομενικά το Χριστιανό ότι θα περάσουν και εκεί οι κατεργάρηδες, όπως  λ.χ. ένας τσιγγούναρος  που  κάποτε  έβγαλε το ψωμί  από τη γάστρα  και του ζήτησε  ένας ζητιάνος ένα κομμάτι εκείνος του απάντησε ότι ο Κύριος είπε όταν έχουμε δυο να δίνουμε το ένα, οπότε  ο ζητιάνος του είπε: Αν είναι έτσι και θέλεις να είσαι καλός Χριστιανός  κόψε  το καρβέλι στη μέση  ώστε να γίνουν δύο και δώσε μου το ένα.  Όμως αυτό δεν το έκανε, και είναι πολλοί τέτοιοι ψευτοχριστιανοί.

 

Γράφει ο: Κώστας Γ. Μπούκας
τ. Επιθεωρητής Εκπαίδευσης

    

 

Απόψεις

Γράφει ο Ηλίας Σπυρόπουλος, Συνταξιούχος εκπαιδευτικός  ➤ Και σήμερα η στήλη κάνει την παρουσία της στην εφημερίδα σχολιάζοντας ΤΑ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΤΑ ΣΤΡΑΒΑ της...

Ενημερωτικά δελτία

Ενημερωθείτε άμεσα από την εφημερίδα μας για τις τελευταίες ειδήσεις μέσα από την ηλεκτρονική σας διεύθυνση.
randomness