Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

Επίτιμη Δημότισσα του Δήμου Στυλίδας η Βάσω Σταματίου --Η γυναίκα που επέζησε στην κόλαση του Αουσβιτς !

Στην κατάμεστη αίθουσα του κτιρίου του ΟΣΚ, πραγματοποιήθηκε η Τελετή Αναγόρευσης σε Επίτιμη Δημότισσα Στυλίδας της κ  Βάσως Σταματίου. Της γυναίκας που εζησε στο πετσί της τις θηριωδίες των ναζί και βγήκε ζωντανή απο το κολαστήριο του Αουσβιτς . '' Η κα Βάσω Σταματίου  είναι ένας μαντατοφόρος από την κόλαση. Είναι η τελευταία ίσως Ελληνίδα χριστιανή που βρίσκεται σήμερα ζωντανή αφού πέρασε από το κολαστήριο του Αουσβιτς Μπιρκενάου, άλλων δύο στρατοπέδων συγκέντρωσης, το Ράβενσμπρικ και το Μάγκντεμπουργ και κατάφερε τελικά να επιζήσει '' τόνισε στην ομιλία του ο Δήμαρχος Στυλίδας Απόστολος Γκλέτσος . Τον  Μητροπολίτη φΘΙΏΤΙΔΑς κ. Νικόλαο, ο οποίος απουσίαζε στην Αθήνα για τις εργασίες της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, εκπροσώπησε ο Αιδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Νεόφυτος Ραφαηλίδης, Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Ιεράς Μητροπόλεως .

Το 1996 κυκλοφόρησε ένα βιβλίο με τη συγκλονιστική περιγραφή όσων έζησε υπό τον τίτλο «Βαρούμ: Μια Ελληνίδα στο Αουσβιτς». Στο βιβλίο εξιστορεί τα οσα πέρασε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης της Γερμανίας .
«Στο Αουσβιτς δεν είχαμε περιθώριο ούτε να ονειρευτούμε. Οι αγαπημένοι μας, η πατρίδα δεν περνούσαν από το μυαλό μας ούτε στον ύπνο.
Ένα πράγμα μόνο κυριαρχούσε. Αν αύριο θα είμαστε ζωντανές. Αν αύριο κάποια από εμάς θα ήταν τυχερή και μέσα στο ζουμί που μας έδιναν για σούπα θα βρίσκαμε ένα κομμάτι πατάτα. Μέσα στο κεφάλι μου αντηχούσε διαρκώς το schnell-schnell (γρήγορα, γρήγορα) που διέταζαν οι Γερμανοί στρατιώτες στη διάρκεια της καταναγκαστικής εργασίας».

Στο κολαστήριο του Αουσβιτς  η Βάσω Σταματίου δεν ήταν μια όμορφη νέα κοπέλα από την Αριδαία με όνειρα για τη ζωή. Ήταν μόνο ο αριθμός 82224, χαραγμένος για πάντα πάνω στη σάρκα του χεριού της.
Η σύλληψη το 1944, ήταν πρωτοετής της Νομικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Μια Επονίτισσα, που τη συνέλαβε στο σπίτι της η Γκεστάπο τρεις μέρες μετά τη συγκέντρωση διαμαρτυρίας στη διασταύρωση Αγίας Σοφίας και Τσιμισκή με αφορμή την επέτειο της 25ης Μαρτίου. Φυλακίζεται στο στρατόπεδο Παύλου Μελά και από εκεί μεταφέρεται με άλλες είκοσι δύο  κρατούμενες στις φυλακές Μπάνιτσε του Βελιγραδίου.

Κι από εκεί, τρεις μήνες μετά, στο Αουσβιτς Μπιρκενάου.
«Δεν είχαμε ιδέα πού μας πήγαν. Δεν είχαμε ακούσει τίποτα για το Αουσβιτς'' λέει η ιδια .  ''Οταν φτάσαμε, αντικρίσαμε μόνο σκελετωμένους ανθρώπους. Οι καμινάδες καίγανε συνέχεια. Είπαμε: μάλλον μας φέρανε για να περιθάλψουμε αυτούς τους δυστυχείς και τουλάχιστον θα φάμε ψωμάκι αφού δουλεύουν οι φούρνοι. Επειτα από λίγο καταλάβαμε...».
Κοιτάζω μια παλιά ασπρόμαυρη φωτογραφία της κας Σταματίου. Είναι μια νεαρή καλλονή με καστανόξανθα σπαστά μαλλιά που πέφτουν μέχρι τους ώμους.
«Τα ωραία μου μαλλιά ήταν δυστυχώς η αφορμή για την πρώτη ταπείνωση. Δεν τους έφτανε που μου τα έκοψαν. Ήταν και ο τρόπος. Μια έκοβαν από εδώ, μια από την άλλη. Ααρμπα. Με περιγελούσαν. Διασκέδαζαν να με κάνουν άσχημη. Κι αυτό ήταν μόνο η αρχή. Το καλωσόρισμα...».
Υτερα ήρθε το νούμερο στο χέρι. Το σημάδι στον ώμο. Κόκκινο για τις πολιτικές κρατούμενες. Μαύρο για τις Τσιγγάνες και τις πόρνες, κίτρινο για τις Εβραίες. Και από την πρώτη μέρα αγγαρεία. «Σκάψιμο. Συνέχεια σκάψιμο. Δεν ξέραμε γιατί σκάβαμε. Κι από πάνω μας έπεφταν οι στάχτες από τα κρεματόρια. Κι αυτή η απαίσια μυρωδιά από καμένη ανθρώπινη σάρκα στα ρουθούνια. Και δουλειά. Δουλειά και ξύλο.
Ξύλο αν σήκωνες έστω το κεφάλι. Ξύλο αν προσπαθούσες να ισιώσεις τη μέση σου, ξύλο αν έριχνες μια ματιά στον φρουρό, διπλό ξύλο από τις κρατούμενες που έπαιζαν τον ρόλο του επιτηρητή. Οι Πολωνέζες έδερναν περισσότερο. Και τα τεράστια σκυλιά τους τα είχαν έτσι εκπαιδευμένα που αν κάποια από εμάς σταματούσε το σκάψιμο να ανασάνει, να ξεμουδιάσει, γάβγιζαν, οπότε πάλι βούρδουλας και το σνελ να ηχεί μέσα στο κεφάλι μας σαν από ηχείο...».

Δεν αντάλλασσαν κουβέντα ούτε το βράδυ, αφού το μόνο που σκέφτονταν ήταν να κοιμηθούν για αντέξουν την επομένη.
«Λέγαμε ότι ήμασταν και «τυχερές» γιατί ήμασταν ζωντανές. Πολλούς Εβραίους μόλις φτάνανε τους πήγαιναν κατευθείαν στα κρεματόρια. Όσοι γλίτωσαν είναι που δεν πρόλαβαν να τους κάψουν και άντεξαν την πείνα και την καταναγκαστική εργασία. Άλλους τους έθαβαν σε μεγάλες τάφρους. Με βάλανε και μένα κάποιες μέρες στο κουβάλημα νεκρών, άνθρωποι δεν θα έλεγες ότι ήταν, ό,τι είχε απομείνει από αυτούς. Και ύπνος χωρίς όνειρα, ένα κενό μες στο κεφάλι''.

Η κα Σταματίου χρειάστηκε έξι μήνες για να επιστρέψει στην Ελλάδα μετά την κατάρρευση της Γερμανίας. Επέστρεψε μάλιστα από εκεί που άρχισε το ταξίδι στη φρίκη. Στο στρατόπεδο Παύλου Μελά.
«Τον πρώτο καιρό δεν μιλούσα ούτε στην οικογένειά μου για τα στρατόπεδα. Έκρυβα το νούμερο στο χέρι. Άλλοι το έβγαζαν με εγχειρήσεις. Ήταν ντροπή, ένα στίγμα. Ήρθε και ο εμφύλιος, ξανά κυνηγητά, η Ασφάλεια συνέχεια πίσω μας...»

Έφυγε στην Ιταλία. Στο Μιλάνο σπούδασε Καλές Τέχνες, Ενδυματολογία και Σκηνογραφία. Επέστρεψε και δούλεψε μάλιστα στη Λυρική Σκηνή.
«Δεν άξιζα μάλλον να πάρω σύνταξη Εθνικής Αντίστασης. Έτσι έκρινε η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Δεν είχα, λένε, επαρκή στοιχεία. Τα στοιχεία του Ερυθρού Σταυρού για τη ζωή μου στα στρατόπεδα, το νούμερο στο χέρι, δεν φτάνουν. Ευχαριστώ πολύ την πατρίδα...».

Σήμερα η Βάσω Σταματίου είναι 90 χρονών και τα τελευταία χρόνια φιλοξενείται  στο Γηροκομείο Στυλίδος  «Ίδρυμα Αργύρη Πετρή – Στέγη γερόντων» της Μητρόπολης Φθιώτιδας ,  όπου έχει βρει τη γαλήνη ανάμεσα σε ανθρώπους που την προσέχουν και την  αγαπούν. 

 

Φωτογραφίες

    

 

Ενημερωτικά δελτία

Ενημερωθείτε άμεσα από την εφημερίδα μας για τις τελευταίες ειδήσεις μέσα από την ηλεκτρονική σας διεύθυνση.
randomness