Η θυσία του Οθωμανού Ιεροεξεταστή - Ο Χατζή Χαλίλ Εφέντης και η ελληνική Επανάσταση του 1821 - Αρνήθηκε στο Σουλτάνο να γίνουν σφαγές των ρωμιών
Γράφει ο
Κωνσταντίνος Αθ. Μπαλωμένος
φυσικός
«O τουρκικός λαός, από την ημέρα της εμφανίσεώς του στην παγκόσμια αρένα, δεν έκανε τίποτα για να νομιμοποιήσει την ύπαρξή του από την άποψη του πολιτισμού. Μπήκε στη ζωή των άλλων λαών, σκορπώντας χειμάρρους αίματος και δακρύων. Δεν επιβεβαιώθηκε μέσα στον κόσμο παρά με τον πόλεμο και τις αλυσίδες. Δεν έζησε παρά με σκλαβωμένους.»
[Andre Mandelstam, Καθηγ. Δικαίου του Πανεπ. της Αγίας Πετρούπολης]
Πρόλογος
Η εκδήλωση της ελληνικής επανάστασης του 1821 τάραξε τα λιμνάζοντα νερά της παρηκμασμένης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Σουλτάνος και οι σύμβουλοι της Αυλής του αμέσως σκέφτηκαν να την καταπνίξουν, με τον συνήθη αιματηρό τρόπο, δηλ. με συλλήψεις, βασανισμούς και ομαδικές σφαγές. Η απόφαση όμως αυτή, με βάση το εθιμικό δίκαιο, έπρεπε να γίνει με την έκδοση εγκυκλίου (φετφά) από τον ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη του ισλάμ στη χώρα (τον σεϊχουλισλάμ).
Ήταν ο Χατζή Χαλήλ Εφέντης. Αρνήθηκε τη γενική σφαγή των Ελλήνων, εφαρμόζοντας το γράμμα του Κορανίου, που δεν επέτρεπε τη σφαγή αθώων. Ο Σουλτάνος τον καθαίρεσε και τον εξόρισε μαζί με τη σύζυγό του, με αποτέλεσμα τον σύντομο θάνατό του. Ήταν ένα σπάνιο άτομο, το οποίο στην υψηλή θέση που κατείχε, με προσωπική θυσία, κράτησε ψηλά τη μεγάλη αξία του ανθρώπου.
Η παρουσίαση του θέματος θα γίνει με όσο είναι δυνατό σύντομο, αλλά και περιεκτικό τρόπο.
Κωνσταντίνος Αθ. Μπαλωμένος
φυσικός
1. Η παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
Από τα τέλη του 17ου αι. άρχισε η οικονομική κρίση, επειδή έχαναν σε πολέμους και σταμάτησαν οι κατακτήσεις. Η Αυλή κόστιζε περισσότερο και έτσι άρχισε η φορολογία σε αγρότες, με ενοίκια από την κρατική γη και υποτίμηση του νομίσματος (ακτσέ). Άρχισαν μικρές εξεγέρσεις (π.χ. από τους γενίτσαρους). Ο πληθυσμός μειώθηκε (από πολέμους, επιδημίες, λιγότερες γεννήσεις, μετανάστευση). Η οικονομική και κοινωνική κρίση έφερνε στη διοίκηση συνήθως ανίσχυρους σουλτάνους, ενώ αντίθετα ισχυρούς αξιωματούχους. Έτσι άρχισε η διαφθορά στην κεντρική διοίκηση και στη δικαιοσύνη.
Από το εμπόριο της ανατολής με τη δυτική Ευρώπη, η οθωμανική αυτοκρατορία έχανε έσοδα, εφόσον τα φορτία δεν περνούσαν από αυτήν. Κάποια κοινωνικά στρώματα σε οθωμανικές πόλεις απέκτησαν πλούτο με το εμπόριο (κυρίως ορθόδοξοι), Έλληνες και Αρμένιοι, αλλά και Εβραίοι.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποκτούσε όλο και περισσότερη δύναμη, στηρίζοντας την ορθοδοξία και την ελληνική γλώσσα. Απέκτησε και πολιτική επιρροή με ξένα κράτη, όμως είχε και μεγάλα οικονομικά προβλήματα. Οι ανώτατοι κληρικοί για να πάρουν την εξουσία, έπρεπε να δίνουν μεγάλα δοσίματα. Στα τέλη του 17ου αι. έχουμε τους Φαναριώτες, δηλ. 10-12 οικογένειες, στη συνοικία Φανάρι της Πόλης. Ήταν άνθρωποι ορθόδοξοι, πλούσιοι και μορφωμένοι (πολύγλωσσα άτομα) που έγιναν διερμηνείς στο παλάτι και στο στόλο, αποκτώντας εξουσία και δύναμη. Επηρέαζαν επίσης και το Οικουμενικό Πατριαρχείο με την οικονομική τους δύναμη.
Νέα εξασθένιση προκάλεσε στην κεντρική διοίκηση της οθωμανικής αυτοκρατορίας, η δημιουργία των αυτόνομων κοινοτήτων, που τις διοικούσαν οι προεστοί. Η αναρχία, η διαφθορά στη διοίκηση και τα οικονομικά προβλήματα, οδήγησαν τους χριστιανούς ραγιάδες να βγουν στο βουνό. Ήταν οι γνωστοί κλέφτες στη Ρούμελη και στο Μοριά. Από την πλευρά της, η οθωμανική διοίκηση όριζε άλλους ντόπιους ένοπλους, τους αρματολούς, για να πολεμούν τους κλέφτες και να τηρούν την τάξη, σε ορισμένη περιοχή (το αρματολίκι). Αυτοί, στη συνέχεια, απέκτησαν δύναμη (κυρίως πλούτο).
Από το 18ο αι. για τους ιστορικούς και διπλωμάτες, η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν το “Ανατολικό ζήτημα”. Από τη Ρωσία έχασε εδάφη, μετά από πόλεμο. Η κεντρική διοίκηση έγινε ακόμη ασθενέστερη. Η γη πλέον εξαγοραζόταν από μουσουλμάνους γαιοκτήμονες και δημιουργήθηκαν τα τσιφλίκια. Κάποιοι τσιφλικάδες και πολέμαρχοι πήραν από το Σουλτάνο και τη διοίκηση των περιοχών που κατείχαν, όπως ο Αλή πασάς από τα Γιάννενα, εξουσιάζοντας Ήπειρο, Θεσσαλία και νότια Αλβανία. Στα χρόνια αυτά, με την αδύναμη κεντρική εξουσία, πληθαίνουν οι κλέφτες και πολλοί ζητούν να γίνουν αρματολοί.
Στο δεύτερο μισό του 18ου αι. επικρατεί χάος και αναρχία, κυρίως από ένοπλους, όπως οι γενίτσαροι. Ισχυρές κοινωνικές ομάδες (ορθόδοξοι έμποροι και ναυτικοί) ξεσηκώνονται. Κάποια άτομα απ’ αυτούς διορίστηκαν ως παραδουνάβιοι ηγεμόνες. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο γίνεται πιο ισχυρό, με αναγνωρισμένο ισόβια τον Πατριάρχη. Η βιοτεχνία και το εμπόριο φέρνει πλούτο σε ορισμένους τόπους (Αμπελάκια, Σιάτιστα, Μοσχόπολη, κλπ.). Η ναυτιλία επίσης έφερε πλούτο και δύναμη στα νησιά και σε παραθαλάσσιες πόλεις (με τα προνόμια της Συνθήκης Κιουτσούκ Καϊναρτζή).
Μαχμούτ Β’
Η ανάγκη για μεταρρυθμίσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν προφανής, αλλά υπήρχαν πάντα ισχυρές αντιδράσεις. Τελευταίες πρωτοβουλίες πήρε ο Σουλτάνος Μαχμούτ[1] ο Β’, την περίοδο 1808-1939, ένα αποφασιστικό άτομο και συνειδητός εκσυγχρονιστής[2].
Οι κυριότερες μεταρρυθμίσεις του ήταν: η κατάργηση του συστήματος των στρατιωτικών τιμαρίων, η ίδρυση υπουργείων σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα και η ίδρυση ορισμένων κοσμικών σχολείων και στρατιωτικών σχολών. Εξουδετέρωσε την πειρατεία στο Αιγαίο και χτύπησε τη ληστεία στην ύπαιθρο. Το 1826 εξόντωσε τους Γενίτσαρους, θεωρώντας τους ως ανασχετικό μηχανισμό στην πρόοδο. Όμως οι αλλαγές αυτές δεν πέτυχαν να εξαλείψουν στη ρίζα τις αιτίες παρακμής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
2. Η έναρξη του ελληνικής επανάστασης – Άμεσες αντιδράσεις
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, επικεφαλής των επαναστατικών δυνάμεων στη Μολδοβλαχία, στις 22 Φεβρουαρίου 1821 πέρασε τον ποταμό Προύθο και αποβιβάστηκε στα υπό κατάληψη εδάφη. Κυκλοφόρησε στις 24 Φεβ. την προκήρυξή του «Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος» προς τους λαούς της Μολδοβλαχίας για επανάσταση. Στις 3 Μαρτίου συγκρότησε στη Μολδοβλαχία τον Ιερό Λόχο, αρχικής δύναμης 100 ανδρών (τελικά 500). Στις 17 Μαρτίου 1821 κατέλαβαν χωρίς αντίσταση το Βουκουρέστι (πρωτεύουσα της Βλαχίας) και ύψωσαν την επαναστατική σημαία. Από το Γαλάτσι της Ρουμανίας άρχισαν οι μάχες με τους Οθωμανούς και τελικά στο Δραγατσάνι, όπου στις 7 Ιουνίου 1821 ηττήθηκαν και τελικά διαλύθηκαν. Η συνέχεια του ελληνικού αγώνα δόθηκε στην Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα με επιτυχία.
Η πρώτη αντίδραση ήρθε από τον τσάρο Αλέξανδρο Α’, με αποπομπή του Αλ. Υψηλάντη. Στις 14 Μαρτίου 1821 εστάλη στον Υψηλάντη επιστολή, που την υπέγραφε ο Καποδίστριας ως υπουργός της Ρωσίας, με την οποία αποκήρυσσε την επανάσταση και δήλωνε ότι η Ρωσία θα παραμείνει ουδέτερη. Οι άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις επίσης την αποδοκίμασαν.
3. Η οθωμανική αντίδραση
Από το Φλεβάρη του 1821, φήμες για σφαγή Τούρκων εμπόρων στη Μολδοβλαχία, προκάλεσαν τη διαδήλωση φανατικών ισλαμιστών στην Πόλη. Προκλήθηκε αναβρασμός στους μουσουλμάνους και άρχισαν οι απειλές, που μετατράπηκαν σε βιαιοπραγίες κατά Ελλήνων με φόνους και καταστροφές καταστημάτων. Κλείστηκαν στα σπίτια τους και κάποιοι έφυγαν στην Οδησσό. Ο σουλτάνος για εγγύηση διέταξε τη σύλληψη και φυλάκιση 7 αρχιερέων[3].
Μεχμέτ Σαΐτ Χαλέτ Εφέντης (1761–1822)
Όταν κυκλοφόρησαν στην Πόλη τα μαντάτα για το ξέσπασμα της επανάστασης, που είδαμε πιο πάνω, ο σουλτάνος Μαχμούτ, παρορμητικά, ακούγοντας και τη γνώμη φανατικών κληρικών, πήρε την απόφαση για εξόντωση των Χριστιανών κατοίκων της Πόλης. Για να υλοποιηθεί όμως μια τόσο φοβερή πράξη χρειαζόταν η θετική γνωμοδότηση και η σχετική εγκύκλιος (φετφάς ή φάτουα) του αρμόδιου ιεροεξεταστή του Χατζή Χαλίλ Εφέντη.
Στις 8 Μαρτίου 1821 ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β’ κάλεσε σε σύσκεψη το Μεγάλο Βεζύρη, τον Σεϊχουλισλάμη Χατζή Χαλίλ Εφέντη, τον αρχηγό των Γενιτσάρων και τον αρχιγραμματέα του Διβανίου (όπως θα λέγαμε του «υπουργικού» συμβουλίου) Χαλέτ Εφέντη. Ο τελευταίος ήταν ένας πολύ σκληρός αξιωματούχος, που είχε διατελέσει πρέσβης στο Παρίσι (την περίοδο 1803-1806) και ασκούσε μεγάλη επιρροή στο σουλτάνο.
4. Οι προσπάθειες του Οικουμενικού Πατριαρχείου
Για τρίτη φορά (η τρίτη θητεία[4]) ο Γρηγόριος Ε’ εξελέγη[5] Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος στις 19 Ιανουαρίου 1819 ανέλαβε τα καθήκοντά του. Πρέπει να γνώριζε για τη Φιλική Εταιρεία, αλλά δεν δέχτηκε να γίνει μέλος της, για ιδεολογικούς[6] και πολιτικούς[7] λόγους. Θεωρείται βέβαιο ότι, ο Πατριάρχης δεν έδωσε πληροφορίες στις οθωμανικές αρχές για τις δραστηριότητές της.
Μετά την εκδήλωση της επανάστασης του Υψηλάντη στη Βλαχία, άρχισαν μαζικές διώξεις κατά των χριστιανών της Κωνσταντινούπολης, με σφαγές και φυλακίσεις. Πολλοί επίσκοποι φυλακίστηκαν ή εκτελέστηκαν. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο Πατριάρχης αναγκάστηκε να συγκαλέσει σύνοδο αρχιερέων και λαϊκών, για να εκδοθούν τελικά δύο αφορισμοί. Αυτοί υπογράφηκαν από 21 αρχιερείς του Πατριαρχείου. Στη σύνοδο συμμετείχαν και λαϊκοί[8] προύχοντες της Πόλης (Καλλιμάχης, Μουρούζης, κ.ά.).
Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’
Οι ιερωμένοι συνέβαλαν στην διατύπωση της πράξης αφορισμού[9] του Αλεξάνδρου Υψηλάντη, ενώ οι λαϊκοί αποφάσισαν εγγράφως να αποκηρύξουν την επανάσταση και να δηλώσουν υποταγή, με αναφορά στη “συνήθη καλοκαγαθία του σουλτάνου”. Oι ιστορικοί θεωρούν την 23η Μαρτίου, ως πλέον πιθανή ημερομηνία που υπογράφηκε ο αφορισμός. Μετά τον πρώτο αφορισμό, έγινε – μετά από απαίτηση του σουλτάνου - και δεύτερος αφορισμός στις 27 Μαρτίου, με κείμενο που έγινε με “διπλωματική” διατύπωση και με λιγότερους αφορισμούς.
Απώτερος σκοπός του Πατριάρχη ήταν να σώσει από ομαδική σφαγή το χριστιανικό πληθυσμό της Κωνσταντινούπολης και όχι μόνο. Η γενική σφαγή απετράπη, αλλά οι εκτός ελέγχου γενίτσαροι και ο όχλος συνέχισαν τις σφαγές σε βάρος των χριστιανών.
Στις 10 Απριλίου 1821 έγινε ο απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου[10] Ε’ ανήμερα του Πάσχα, στο Φανάρι, στην κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, όπου παρέμεινε κρεμασμένος για τρεις ημέρες, εξευτελιζόμενος από τον όχλο. Η πύλη μέχρι και σήμερα, παραμένει κλειστή και σφραγισμένη, σε ένδειξη τιμής.
5. Ο Τούρκος Ιεροεξεταστής Χατζή Χαλίλ και ο προσωπικός αγώνας του
Ήταν γιος του σουλτάνου Μουσταφά Γ’, με καταγωγή από την Κιρκασία[11]. Η μητέρα του λεγόταν Αμπετουλάχ, η οποία ζήτησε και τον έφεραν στο χαρέμι, από μικρή ηλικία. Μεγάλωσε μαζί με τον πρίγκηπα Σελίμ[12] κι έγιναν φίλοι. Την περίοδο του σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ Α’ (1774-1789) διορίστηκε στο Θησαυροφυλάκιο, μένοντας μακριά από τον Σελίμ για 15 χρόνια. Παρέμεινε στη θέση αυτή με την άνοδο στο θρόνο του Σελίμ Γ’ (1761-1808) ως σουλτάνου. 12 χρόνια αργότερα (το 1801) βγήκε από τη θέση του και σπούδασε. Είχε παντρευτεί και μαζί με την οικογένειά του, έκανε το προσκύνημά του.
Ο Χατζή Χαλίλ, ο καδής ή ιεροεξεταστής, ζούσε στην Αθήνα, στην Πλάκα και συγκεκριμένα διέμενε σε κτίριο που βρισκόταν στη σημερινή διασταύρωση των οδών Τριπόδων-Θέσπιδος. Στις 3 Σεπτεμβρίου 1819, από τον Σουλτάνο Μαχμούτ Β’, ορίστηκε ως ιεροεξεταστής (σεϊχουλισλάμης) στην Κωνσταντινούπολη. Με την έναρξη της ελληνικής επανάστασης στη Μολδοβλαχία, του ζητήθηκε από το Σουλτάνο να εκδώσει φετφά κατά των απίστων, ώστε να γίνουν σφαγές για τιμωρία των απίστων.
Χατζή Χαλίλ Εφέντης (σκίτσο)
Να θυμίσουμε ότι ο σεϊχουλισλάμης (Σεΐχ ουλ Ισλάμ) ήταν πολύ σημαντικό πρόσωπο μετά το Σουλτάνο και το Μεγάλο Βεζύρη (δηλ. Πρωθυπουργό). Ήταν επικεφαλής των Ουλεμάδων, δηλ. των “σοφών ανθρώπων”, με άριστη γνώση του μουσουλμανικού δικαίου και οι ιεροεξεταστές διορίζονταν απευθείας από το Σουλτάνο.
Προσπάθησε να κερδίσει χρόνο, βασιζόμενος στο ότι το Κοράνι δεν επέτρεπε τη σφαγή αθώων. Είναι φανερό ότι όχι μόνο η ανθρωπιστική του συνείδησή του, αλλά και η ευθύνη του ως ερμηνευτή του ιερού βιβλίου συνέπιπταν. Άρχισε λοιπόν να διερευνά τυχόν σχέσεις του πατριάρχη με το κίνημα του Υψηλάντη, γεγονός που δεν του προέκυπτε, όπως τον διαβεβαίωνε και ο ιατροφιλόσοφος αρχιμανδρίτης Διονύσιος Πύρρος[13] ο Θετταλός, με τον οποίο συζήτησε το πρόβλημα. Τα ίδια τον διαβεβαίωσε και ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε’, που μαζί με τον μητροπολίτη Ιεροσολύμων Πολύκαρπο, την ενδημούσα τότε Σύνοδο και τους παρεπιδημούντες και σχολάζοντες Αρχιερείς, εξέδωσε στον αφορισμό της Επανάστασης, ώστε να εξευμενίσει το Σουλτάνο.
Ο Χατζή Χαλίλ ζήτησε από τον Σουλτάνο[14] να γίνει διαχωρισμός μεταξύ αθώων και ενόχων, όπως απαιτεί το Κοράνι και αρνήθηκε να εκδώσει το φετφά εν λευκώ. Ο ίδιος άλλωστε καταγόταν από την οικογένεια των Αλφερανιδών, η οποία διακρινόταν για την πιστή τήρηση των εντολών του Κορανίου.
Στο συμβούλιο που έγινε συμμετείχαν ο Σουλτάνος, ο Βεζύρης, ο αρχηγός των Γενιτσάρων, ο αρχιγραμματέας Χαλέτ Εφέντης και ο θρησκευτικός ηγέτης Χατζή Χαλίλ. Ο Σουλτάνος τους ανακοίνωσε την απόφασή του για γενική σφαγή. Οι τρεις συμφώνησαν, ενώ ο Χατζή Χαλίλ, που πίστευε στην αθωότητα του πατριάρχη και των Ρωμιών της Πόλης, ζήτησε προθεσμία για να μελετήσει τις ενοχές των Ρωμιών. Ο Βεζύρης συμφώνησε και τελικά αναβλήθηκε η λήψη της απόφασης.
6. Οι επιρροές συμβούλων στο Σουλτάνο και η απόφαση
Αναφέρεται ένα παλαιότερο περιστατικό που έγινε στο παλάτι, μια διαμάχη (καυγάς) μεταξύ της Χαρέτ συζύγου του Χατζή Χαλίλ, με τον Χαλέτ Εφέντη, τον ισχυρό σύμβουλο του σουλτάνου. Επίσης γράφτηκε ότι μετά τη σύσκεψη για τη γενική σφαγή των ρωμιών, ότι ο θρησκευτικός ηγέτης μάλωσε άγρια με τον αρχιγραμματέα του Διβανίου Χαλέτ, που ήθελε να διαβάλει τον Χατζή Χαλίλ στο Σουλτάνο τόσο από μνησικακία, όσο και για να καλύψει την αποτυχία του στο χειρισμό της εκστρατείας κατά του επαναστάτη Αλή πασά. Ο Χατζή Χαλίλ επίσης κατηγόρησε τον Χαλέτ ότι με τη σκληρότητα και με τα λάθη του έφερε τα πράγματα στην ελληνική εξέγερση. Μην ξεχνάμε ότι μετά από κάθε ανταρσία, κάποιοι κρατικοί αξιωματούχοι έχαναν το κεφάλι τους. Είχε λοιπόν κάθε λόγο να διαβάλει τον Χατζή Χαλίλ στο Σουλτάνο, ώστε να στρέψει προς τα εκεί την οργή του.
Ο Βρετανός πρέσβης στην Πόλη λόρδος Στράνγκφορντ έγραψε ότι “ο Χαλέτ εφέντης, που ήταν βασικός ευνοούμενος στην Αυλή, ασκούσε περισσότερη επιρροή στον Σουλτάνο από όλους μαζί τους υπουργούς του”.
Τελικά ο Σουλτάνος αποφάσισε να καθαιρέσει τον ιεροδικαστή από την θέση του και να τον εξορίσει μαζί με τη σύζυγό του. Διάδοχος στη θέση του Χατζή Χαλίλ Εφέντη, ήταν ο περσικής καταγωγής Γιασιντζιζάντε Αμπντουλβαζάαμπ εφέντης, που κράτησε τη θέση[15] του για έναν χρόνο (1821-1822). Αυτός υποχρεώθηκε να εκδώσει φετφά, που προέβλεπε την τιμωρία ακόμη και όσων ήταν ύποπτοι για συνενοχή.
Όμως μετά από ψυχραιμότερες σκέψεις ο Σουλτάνος προσποιήθηκε μεγαλοψυχία και εφάρμοσε το φετφά με επιείκεια, εφ’ όσον οι Ρωμιοί υποτίθεται πως απέκρουσαν κάθε επαναστατική ιδέα και στράφηκε μόνον εναντίον επωνύμων Ρωμιών[16] αξιωματούχων, μητροπολιτών, κλπ.
Η θυσία του Σεϊχουλισλάμη δεν είχε όμως πάει χαμένη, εφόσον σώθηκαν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι. Δυστυχώς είναι τραγική ειρωνεία, η δικαίωση του εκτελεσμένου αξιωματούχου του.
Ούτε όμως ο Χαλέτ έσωσε το τομάρι του. Ένα χρόνο μετά εξορίστηκε, στραγγαλίστηκε και μετά το πτώμα του αποκεφαλίστηκε.
7. Το τέλος του Χατζή Χαλίλ Εφέντη
Είναι βέβαιο ότι πραγματικός λόγος της καθαίρεσής του ήταν η ανοιχτή κόντρα του ιεροδικαστή με τον διπλωμάτη Mehmet Sait Halet Efendi (1761–1822), ο οποίος επηρέαζε άμεσα τον Σουλτάνο. Η γυναίκα του Χατζή Χαλίλ, κατηγορήθηκε ως μάγισσα και εκτελέστηκε. Την τελευταία του πνοή άφησε στο Αφιόν Καραχισάρ, στο δρόμο προς την εξορία του, όντας βασανισμένος και παράλυτος.
Εικόνα 1
Ο Χατζή Χαλίλ απεβίωσε στις αρχές Αυγούστου του 1821. Ο τάφος του βρίσκεται στο Τζαμί Γκεντίκ Αχμέτ Πασά, του Αφιόν Καραχισάρ.
Παρατίθεται [Εικόνα 1] μια πρόσφατη ζωγραφική απεικόνιση (σε μορφή αγιογραφίας) που έγινε από το Νίκο Κοσμίδη. Δείχνει τον σεϊχουλισλάμη Χατζή Χαλίλ Εφέντη να κρατά τον άγραφο φετφά του, δηλ. το σύμβολο του μαρτυρίου του. Δίπλα του ο Άγιος Γρηγόριος Ε’, ο μάρτυρας Οικουμενικός Πατριάρχης, έχοντας στα πόδια του το σκοινί της αγχόνης, δηλ. το σύμβολο του δικού του μαρτυρίου.
8. Η αναγνώριση της θυσίας του Χατζή Χαλίλ Εφέντη
Ο ιστοριοδίφης, λογοτέχνης, ακαδημαϊκός, δικηγόρος Δημήτρης Καμπούρογλου (1852-1942) είχε προτείνει να δοθεί το όνομα του Χαλίλ σε δρόμο της Αθήνας. Καλή πρόταση αλλά λίγη. Θα ’πρεπε μεγαλύτερη τιμή για τη θυσία αυτού του ανθρώπου. Η ιστορία του επιβάλλεται να μπει και στα σχολικά βιβλία. Αυτό είναι το ελάχιστο και αυτονόητο.
Η προσφορά του όμως ελλείπει και από τον εκκλησιαστικό χώρο της Ελλάδας. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί ένας ξεχωριστός ιερωμένος, ο αρχιμανδρίτης π. Φιλόθεος Φάρος. Τον μνημονεύει στο εξαιρετικό βιβλίο του “Η Εκκλησία ως σκάνδαλο και ως σωτηρία”. Μέχρι σήμερα, και στην Τουρκία, η θυσία του Χατζή Χαλίλ δεν σημαίνει τίποτα, το όνομα του οποίου λείπει τελείως από την τουρκική Βικιπαίδεια.
Κρίμα …
Επίλογος
Ο Χατζή Χαλίλ ήταν ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων, με αρχές και ανθρωπιστικές αξίες και δεν θέλησε να εκμεταλλευτεί τη θέση του, ούτε απέβλεπε σε ίδιο όφελος και προβολή. Ξεπέρασε τις διαφορές μεταξύ λαών και θρησκειών και με αυτοθυσία μπροστά στην ισχύ του Σουλτάνου, εφάρμοσε τη βασική ανθρωπιστική αρχή του δικαίου, που απαιτούσε και το Κοράνι.
Τόσο οι χώρες (Ελλάδα και Τουρκία) όσο και οι θρησκείες (χριστιανισμός και Ισλάμ), οφείλουν να “κλείνουν το γόνυ” στο μάρτυρα Χατζή Χαλίλ και να τον αποκαταστήσουν. Μετά από 200 και πλέον χρόνια, η αχαριστία αυτή είναι ανεπίτρεπτη.
------------------
Βιβιογραφία-Αναφορές-Ιστοσελίδες
- Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος, «Απόφαση γενικής σφαγής και αποσόβησή της», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τομ. ΙΒ, Εκδοτική Αθηνών, (1975),σελ.33-34
- Σπυρίδων Λουκάτος : «Και Τούρκοι στο πλευρό των Ελλήνων», Το άγνωστο 21, Ε' Ιστορικά, τ/χ.23, (23 Μαρτίου 2000), σελ.16-17
- Σπ. Μελά : ιστορικό αφήγημα «Ματωμένα Ράσα» (απόσπασμα)
- Ιστοσελίδα https://el.wikipedia.org/wiki
- π. Φιλόθεος Φάρος, αρχιμανδρίτης, στο βιβλίο : “Η Εκκλησία ως σκάνδαλο και ως σωτηρία” (εκδ. Αρμός, 2002).
- Εξαιρετικό blog : “Ροΐδη και Λασκαράτου Εμμονές” (https://roides.wordpress.com/)
- ΜΕΧΜΕΤ İPŞİRLİ (Μεχμέτ Ιντσιρλί) : “HALİL EFENDİ, Circassian” (Τουρκική ισλαμική Εγκυκλοπαίδεια, islamansiklopedisi.org.tr)
- Φωτογραφία σουλτάνου Μαχμούτ Β’ (από Athanasios Karantz(ou)lasDetails on Google Art Project)
- Χρονολόγιο της ελληνικής επανάστασης, στην ιστοσελίδα https://geetha.mil.gr/chronologio-ellinikis-epanastasis
- Ιστοσελίδα : wikipedia.org/wiki/Ελληνική Επανάσταση στη Μολδοβλαχία
- Πίνακας ζωγραφικής (1805-1807) : “Η στέψη του Ναπολέοντα”, του Ζακ-Λουί Νταβίντ (όπου εικονίζεται ο Χαλέτ Εφέντης, Τούρκος πρεσβευτής στο Παρίσι).
- Προσωπικό blog π. Θωμά Ανδρέου, 21 Μαρτίου 2021 [http://www.ieratikoistoxasmoi.gr/2021/03/blog-post_67.html]
- Ιστοσελίδα https://xristianiki.gr/
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Ο θρύλος τον θέλει γιο χαμένης Γαλλίδας ευγενούς και από την άλλη πλευρά θεωρείται πιθανός γιός Χριστιανής του χαρεμιού.
[2] Ήταν δυτικόφιλος, που ήθελε να μεταρρυθμίσει τους μεσαιωνικούς κρατικούς μηχανισμούς και να χτυπήσει τη σκουριασμένη κακοδιοίκηση
[3] Ήταν οι μητροπολίτες : Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, Αδριανουπόλεως Δωρόθεος, Νικομηδείας Αθανάσιος, Αγχιάλου Ευγένιος, Εφέσου Διονύσιος, Δέρκων Γρηγόριος και Τυρνόβου Ιωαννίκιος.
[4] Η πρώτη θητεία ήταν την περίοδο 1797-1798. Η δεύτερη θητεία ήταν την περίοδο 1806-1808 και η τρίτη θητεία ήταν την περίοδο 1818-1821.
[5] Μετά την παραίτηση του Πατριάρχη Κυρίλλου Στ’ στις 14 Δεκεμβρίου 1818.
[6] Η Εταιρεία εκπροσωπούσε ιδέες που τότε ήταν ασύμβατες με την κοσμοθεωρία της. Οι εκκλησιαστικοί ηγέτες (και φυσικά ο Γρηγόριος Ε’) δεν συμφωνούσαν με τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης, της Δημοκρατίας και του Διαφωτισμού.
[7] Η συμμετοχή του Πατριάρχη στη Φιλική Εταιρία θα έθετε σε κίνδυνο όχι μόνο μεμονωμένους ιεράρχες, αλλά κυρίως το θεσμό του Πατριαρχείου.
[8] Όπως ο πρώην ηγεμόνας της Βλαχίας Σκαρλάτος Καλλιμάχης, ο μεγάλος διερμηνέας της Πύλης Κωνστ. Μουρούζης, ο αδελφός του Νικ. Μουρούζης, διερμηνέας του στόλου ηγέτες των συντεχνιών κ.ά., συνολικά 72 άτομα.
[9] Διατυπώθηκαν διάφορες κρίσεις-απόψεις για τους αφορισμούς, ότι είναι πραγματικοί, εικονικοί, κατ’ οικονομίαν ή ότι ανακλήθηκαν μυστικά είτε το ίδιο βράδυ ή μετά από λίγες μέρες.
[10] Το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος Αγγελόπουλος (1745-1821). Καταγόταν από τη Δημητσάνα.
[11] Τα στοιχεία προήλθαν από την ανάρτηση (https://islamansiklopedisi.org.tr/halil-efendi-cerkez), στα τουρκικά, με αυτόματη μετάφραση στα αγγλικά και ελληνικά.
[12] Έγινε σουλτάνος και ήταν ένας από τους πιο φωτισμένους σουλτάνους της Τουρκίας, την οποία προσπάθησε, να αναμορφώσει με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα, χωρίς αποτέλεσμα.
[13] Σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο της Παβίας και ανακηρύχθηκε διδάκτωρ της Ιατρικής και Χειρουργικής (1807-1813). Εκπαίδευσε πολλούς και ποικίλους πρακτικούς ιατρούς. Βοήθησε στις επιδημίες πανώλης (στην Τρίπολη) και τύφου. Εκπαίδευσε την πρώτη Ελληνίδα νοσοκόμα-νοσηλεύτρια, την Ελένη “Βάσσου Μαυροβουνιώτου”, που πρέπει να θεωρείται η πρώτη αδελφή νοσοκόμα. Ο Διονύσιος Πύρρος ήταν ο γιατρός του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’.
[14] μετά από παράκληση του πατριάρχη Γρηγορίου Ε’.
[15] Μετά από μεσολάβηση τριών βραχύβιων στο αξίωμα διαδόχων του, επέστρεψε στη θέση αυτή για μια ακόμη πενταετία (την περίοδο 1828-1833).
[16] Μετά τον απαγχονισμό του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’, απαγχονίστηκε και ο πρώην Οικουμενικός Πατριάρχης Κύριλλος Στ’. Επίσης εκτελέστηκαν 2 μητροπολίτες και 12 επίσκοποι. Τον Απρίλιο 1821 αποκεφαλίστηκαν 7 επιφανείς Έλληνες στην Πόλη. Ο Γ. Μαυροκορδάτος απαγχονίστηκε. Το Μάιο 1821 αποκεφαλίστηκαν οι Γ. Καλλιμάχης, Νικ. Μουρούζης και 4 μητροπολίτες.