Για άγραφους κανόνες θα μιλάμε τώρα! (Γράφει ο Χρήστος Αλεξανδρής)
Μέχρι σήμερα και όλους τους τελευταίους μήνες η συζήτηση για την προεδρική εκλογή εξελισσόταν μέσα από μια ατέρμονη ονοματολογία γύρω απο τις πιθανές υποψηφιότητες για το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα.
Από την ώρα που ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε το όνομα του υποψηφίου προέδρου της Δημοκρατίας, η προεδρολογία φούντωσε ακόμη περισσότερο.
Όλοι κρίνουν τον υποψήφιο πρόεδρο για την πολιτική του καταγωγή, κάτι που δεν την έκρυψε, φυσικά, ποτέ ο ίδιος ο Κώστας Τασούλας. Και είναι μια συζήτηση που αφήνει εντελώς αδιάφορους τους νέους ανθρώπους. Αλλά ποιός νοιάζεται τι σκέφτονται και τι θέλουν οι νέοι σήμερα.
Από εκεί και πέρα, στη Νέα Δημοκρατία οι γαλάζιοι βουλευτές είναι κατενθουσιασμένοι με την επιλογή του πρωθυπουργού (ενδεικτική του κλίματος η φράση βουλευτή της ΝΔ: “επιτέλους μια ευχάριστη μέρα και για εμάς”), γιατί πρότεινε έναν πολιτικό που προέρχεται από τα σπλάχνα της παράταξης, χωρίς να τους πολυενδιαφέρει αν στο πρόσωπο του νέου υποψηφίου θα εκφραστεί και η πολυδιαφημισμένη από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, πολιτική συναίνεση.
Ένας αγραφος κανόνας της πολιτικής που ήθελε το κυβερνών κόμμα να επιλέγει για υποψήφιο πρόεδρο της Δημοκρατίας πρόσωπο που προέρχονταν από το χώρο της αντιπολίτευσης παραβιάστηκε με ωμό τρόπο από τον θεσμικό πρωθυπουργό.
Σημειώνουμε μόνο αυτό που είχε πεί κάποτε ο αείμνηστος Δημήτρης Τσάτσος, ότι «η ευκολία με την οποία ορισμένοι εκλεγμένοι πολιτικοί παραβιάζουν τους άγραφους κανόνες, επιταχύνει την εσωτερική φθορά του δημοκρατικού μας πολιτεύματος». Για να λύσει προφανώς τα εσωκομματικά προβλήματα της Νέας Δημοκρατίας και κάτω από το φόβο των διαρροών προς τα κόμματα που εκφράζονται δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας και πολύ πιο δεξιά από το κέντρο του Μητσοτάκη, αναγκάστηκε και ο πρωθυπουργός να κάνει την στροφή που όλοι στο κόμμα του περίμεναν.
Δεν ήταν λίγα τα γαλάζια στελέχη που έλεγαν ότι ο Μητσοτάκης δεν είναι τόσο δεξιός όσο τον θέλαμε. Γράφαμε εκείνη την περίοδο της εσωκομματικής αμφισβήτησης ότι ακριβώς επειδή δεν είναι τόσο δεξιός όσο τον ήθελαν, γι’ αυτό και κέρδιζε τις εκλογές κυριαρχώντας στο χώρο του κέντρου. Τώρα αποφάσισε να τους κάνει το χατίρι γι’ αυτό και είναι κατενθουσιασμένα τα γαλάζια στελέχη με την επιλογή του προέδρου.
«Αν αμφισβητήσεις την τυραννία της μειοψηφίας σε λένε φασίστα», είχε πει ο πρωθυπουργός σε μια συζήτηση που είχε κάνει, τον περασμένο Μάρτιο, με τον Γάλλο φιλόσοφο Μπρυκνέρ! Απλά το υπενθυμίζουμε.
Από την άλλη πλευρά, στην αντιπολίτευση, όλοι δηλώνουν απογοητευμένοι με την επιλογή του πρωθυπουργού να προτείνει τον Κώστα Τασούλα για Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Να σημειώσουμε μόνο ότι οι περισσότεροι από τους βουλευτές της αντιπολίτευσης που κρίνουν αρνητικά την υποψηφιότητα, είναι αυτοί που τον έκριναν θετικά και τον είχαν ψηφίσει με μεγάλη πλειοψηφία για Πρόεδρο της Βουλής.
Αλήθεια, τότε γνώριζαν εκ των προτέρων ότι είναι ο καταλληλότερος για τη θέση του Προέδρου της Βουλής και τον ψήφισαν και τώρα έχουν τις αμφιβολίες τους, τις οποίες τις εκφράζουν με το επιχείρημα ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα πρέπει να προέρχεται από τον αντίθετο πολιτικό χώρο από αυτόν που κυβερνά ;
Αν ισχύει αυτό το ... έθιμο τότε γιατί αλλαξε το Σύνταγμα ; Πως προδικάζουν ότι ένας δεξιός πολιτικός, δεν θα είναι και καλός Πρόεδρος της Δημοκρατίας ; Διότι δεν ακούμε κανέναν απ’ όσους αντιπολιτεύονται την πρόταση του πρωθυπουργού να λέει αν, κατά τη γνώμη τους, ο Κώστας Τασούλας θα είναι ενας καλός Πρόεδρος και αν είναι η προσωπικότητα εκείνη που συγκεντρώνει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει ένας Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Να εκφράζει δηλαδή με το κύρος του την ενότητα του έθνους. Κανένας δεν λέει αν θα είναι ενας καλός Πρόεδρος της Δημοκρατίας, όλοι λένε ότι είναι ένας υποψήφιος που προέρχεται από τη δεξιά παράταξη.
Μάλλον διαβάζουν λάθος το γράμμα του Συντάγματος και ερμηνεύουν λάθος και το πνεύμα του. Το Σύνταγμα δεν ενδιαφέρεται για την πολιτική καταγωγή του υποψηφίου Προέδρου της Δημοκρατίας. Απόδειξη ότι στην πρώτη ψηφοφορία ζητά 200 ψήφους, που μόνο ένα πρόσωπο ευρύτερης αποδοχής μπορεί να τις συγκεντρώσει.
Ο Κωστής Στεφανόπουλος είχε πολιτική καταγωγή από τη δεξιά παράταξη, αλλά αυτό δεν ήταν πρόβλημα στο να μείνει στη συνείδηση των Ελλήνων ως ένας από τους καλύτερους Προέδρους της Δημοκρατίας που πέρασαν από το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα. Ο Κάρολος Παπούλιας είχε πολιτική καταγωγή από την Αριστερά, αλλά αυτό σε τίποτα δεν επηρέασε την κρίση του στο να ασκεί με υποδειγματικό τρόπο τα καθήκοντα του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Θεωρώ επομένως ότι όλη αυτή η συζήτηση να κρίνουμε τον υποψήφιο Πρόεδρο της Δημοκρατίας με “δεξιόμετρα” και “αριστερόμετρα”, είναι εντελώς λάθος και αδικεί τα πρόσωπα που προτείνονται να υπηρετήσουν το θεσμό.
Προσωπικά εμείς δεν έχουμε καμία αμφιβολία ότι θα ασκούσαν με σοβαρότητα τα καθήκοντα του Προέδρου της Δημοκρατίας και οι άλλες προσωπικότητες που έχουν προταθεί για τη θέση αυτή. Λούκα Κατσέλη και Τάσος Γιαννίτσης. Δεν είναι όμως μόνο λάθος η συζήτηση που γίνεται. Είναι και υποκριτική. Έχω την αίσθηση ότι το τελευταίο πράγμα που ενδιαφέρει τους αρχηγούς των κομμάτων είναι το πρόσωπο του Προέδρου της Δημοκρατίας. Αντίθετα γίνεται ένα παιχνίδι άκρατου τακτικισμού για να συσπειρώσουν τις δυνάμεις τους με φόντο την εξουσία.
Φαίνεται όμως οτι η Δημοκρατία μας δεν είναι και τόσο ώριμη γι’ αυτό και επιτρέπει τα φθηνά μικροπολιτικά παιχνίδια για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Χρήστος Αλεξανδρής
Δημοσιογράφος