ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ: Η φιλενάδα μου
Του Συνεργάτη μας, Φοίβου Ιωσήφ
Ούτε που κατάλαβα πως δημιουργήθηκε η σχέση μας. Τελείως ξαφνικά, από το πουθενά και μέσα στην σκοτεινιά της νύχτας.
Στην ηλικία μας και βοηθούντος του καταστρόγγυλου χαπιού του Lasix βρέθηκα μπλεγμένος πολύ άσχημα. Η ώρα πλησίαζε περίπου τρείς και τέταρτο.
Άκρα του τάφου σιωπή στο σπίτι βασιλεύει. Εκεί ακριβώς ήταν που με ζόρισε ο προστάτης. Τώρα τι βίτσιο ήταν αυτό και τον έβγαλαν προστάτη ποτέ δεν το κατάλαβα. Ας είναι, ο προστάτης διαμαρτυρόταν, και όταν η διαμαρτυρία είναι συνεχής και φυσική πρέπει ο κάθε εχέφρων να την ικανοποιήσει.
Σηκώθηκα, πλησίασα την τουαλέτα και για να μην λερώσω την μοκέτα άναψααποφασιστικά το φώς. Τώρα ξέρετε πόσο γρήγορα τρέχει το φώς μέσα σε έναν μικρό χώρο. Δεν τρέχει γρήγορα μόνον το φώς της λάμπας αλλά και το φώς του ματιού. Με την πρώτη ματιά βλέπω την κατάμαυρη καλλονή νατρέχει δρομέως στην άκρη από τα έξω πλακάκια της μπανιέρας.
Μια παχουλή, κατάμαυρη χοντρούλα κατσαρίδα έτρεχε τροχάδην να κρυφτεί κάτω από την άκρη της μοκέτας. Η πρώτη ευγενής και καθόλα ανθρώπινη σκέψη ήταν να την πατήσω και να της δείξω την ανωτερότητα του πνεύματός και της δύναμής που μου χάρισε ο φιλεύσπλαχνος δημιουργός μας. Παραδόξως, δεν το έκανα και εκείνη πρόλαβε να κρυφτεί κάτω από το στρωσίδι. Θα μπορούσα να πατήσω το μικρό χαλάκι και να έχω και πάλι τα ίδια ευτυχή αποτελέσματα με πρώτα. Δεν το ξαναέκανα και αισθάνθηκα μέσα μου να ξυπνάει ο ξένιος Ζεύς. Έλλην γαρ.
Εκεί απάνω ξεκίνησε το αίσθημά μας. Έκλεισα με προσοχή το φώς και περίμενα να δώ αν με συμπαθούσε κι εκείνη. Περίμενα δύο λεπτά και ξαφνικά ξανάναψα το φώς του μπάνιου. Η κυρούλα είχε ξαναβγεί και πήγαινε και πάλι κολλητά στα πλακάκια της μπανιέρας. Έτρεξα προς το μέρος της και έβαλα το πόδι μου να εμποδίσω την πορεία της. Την είδα να τρέμει σύγκορμη και να γυρίζει και πάλι προς την σκοτεινή φωλιά της κάτω από την μοκέτα.
Αυτό το πέρα δώθε το κάναμε πέντε φορές μέχρι που με βαρέθηκε και έμεινε στη φωλιά της μέχρι που ξημέρωσε. Μπαινοβγήκε όλη η οικογένεια στο μπάνιο και έτσι χάσαμε την επαφή μας για όλη την ημέρα.
Το επόμενο βράδυ και περίπου την ίδια ώρα ξανασυναντηθήκαμε. Ήταν σαν να το περιμέναμε και οι δύο. Αισθανόμουνα πως μας διακατείχε το ίδιο άγχος της συνάντησης. Λες να έρθει, λες να με ξέχασε? Όμως όχι, δεν με είχε ξεχάσει, ούτε εκείνη, ούτε εγώ. Ήθελα να την ζητήσω σε γάμου κοινωνία αλλά διαπίστωσα ότι δεν είχε γονείς για να μπορέσω να την ζητήσω. Φοβήθηκα μην γίνω και δίγαμος. Ήταν και η δυσκολία της γλώσσας, πως θα της περιέγραφα τα αισθήματά μου?
Απογοητεύθηκα γιατί διαπίστωσα πως είχαμε αποκτήσει ένα είδος οικιότητας και εμπιστοσύνης, θα ήταν κρίμα να διαλυθεί τόσο γρήγορα ο αρραβώνας μας αυτός. Φοβάμαι κιόλας πως ένας άλλος χρήστης της τουαλέτας, μπορεί ίσως να μην έχει τα δικά μου φιλοκατσαριδικά αισθήματα και την πολτοποιήσει σύμφωνα με τον ανθρωποκεντρικό κώδικα συμπεριφοράς.
Έχω βάλει σκοπό να μην της εξηγήσω την ποιότητα των ανθρώπων και να παραμονέψω ένα βράδυ να την βάλω με πονηριά μέσα σε έναν φάκελο του ταχυδρομείου. Ύστερα να την βγάλω στον κήπο και να της χαρίσω την λευτεριά που αποζητάει κάθε κάτοικος αυτού του όμορφου μπλέ πλανήτη μας.
Από εκεί κι ύστερα ας κάνει την δουλειά της η Παναγία μετά των υφισταμένων υπαξιωματικών της Αγίων για να την προστατέψει από κάθε ράμφισμα κότας ή πόδι σκύλου. Έτσι, δυστυχώς, θα διαλυθεί ο σύντομος αυτός αρραβώνας μας, αγαπημένη μου Μαυρούλα!!!
Φοίβος Ιωσήφ