Με την προσμονή της ανάκαμψης
Η διαδρομή με το τραίνο είναι περίπου 2 ώρες και δέκα λεπτά. Επιβιβάστηκα μαζί με δύο νέους ηλικίας περίπου 25 με τριάντα χρονών που κάθισαν πολύ κοντά μου. Η συζήτησή τους άρχισε καθαρώς νεοελληνικά με φράσεις που στο περιεχόμενο τους η λέξη μ….κας ίσως ξεπερνούσε το 90%. Μα τι μ….κας είσαι βρέ μ…κα και λές όλο μ…κίες. Ακριβώς οι ίδιες λέξεις επί 2 ώρες και δέκα λεπτά και από τους δύο συνταξιδιώτες. Επανέλαβαν τη γνωστή νεοελληνική λέξη τουλάχιστον 2.000 φορές κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Στην αρχή με παραξένεψε, νόμισα πως ήταν αλλοδαποί και πως τα λίγα ελληνικά που είχαν μάθει τα είχαν αποστηθίσει σε κάποιο πορνείο. Δυστυχώς, ήταν ίσως ακόμη και φοιτητές ανωτάτου ιδρύματος γιατί κάτι σαν να άκουσα κάποια στιγμή για ορκωμοσία. Δίπλα τους κάθονταν δύο ηλικιωμένες κυρίες που τους κύταξαν με ένα αυστηρό βλέμμα γιατί εκτός της προαναφερθείσας λέξης χρησιμοποιούσαν ασύστολα και πολλές άλλες περί τα σεξουαλικά αναφερόμενες. Τις χρησιμοποιούσαν σαν να επρόκειτο για λέξεις μιάς διάλεξης ή μιάς συνταγής φαγητού. Δεν εύρισκαν κάτι το περίεργο να μιλάνε έτσι δίπλα σε ηλικιωμένες κυρίες και μικρά παιδιά. Η βωμολοχία είναι πλέον γλώσσα συνεννόησης και κατανόησης των βαθέων κολπικών νοημάτων της.
Η ώρα ήταν περασμένα μεσάνυχτα, οι ηλικιωμένοι λουόμενοι της όμορφης λουτρόπολης είχαν πέσει ήδη στα κρεβάτια τους κουρασμένοι από τη ζεστή μέρα και το θερμό μπάνιο τους. Ο νυχτερινός αέρας μόλις είχε αρχίσει να αργοκουνάει τα ψηλά κυπαρίσσια του κατάφυτου και ήσυχου πάρκου. Ενας γκιώνης μόνο έστελνε δαχτυλιδωτούς επαναλαμβανόμενους ήχους στις καρδιές των ανθρώπων της τρίτης ηλικίας μέσα από τα ανοιχτά παράθυρα των ξενοδοχείων τις ώρες τούτες της αποκάλυψης της θείας γαλήνης. Ένας σκύλος γαύγισε δύο φορές, σαν αγγελιοφόρος όλων των σκύλων της περιοχής προς τους λουόμενους για να τους στείλει τις ευχές για έναν ήρεμο ύπνο. Εκείνη την ιερή στιγμή ακούστηκαν από μακριά που όλο και πλησίαζαν οι αισχρές κομμένες εξατμίσεις δέκα ίσως και περισσότερων έφηβων καβαλαρέων. Ο θόρυβος ολοένα και πλησίαζε και σε λίγο εισέβαλε φασιστικά στους δρόμους της λουτρόπολης. Ο συνεχής παραγόμενος ήχος ήταν βέβηλος και αποτρόπαιος, προκλητικός και απάνθρωπος. Τα νεαρά βλαστάρια της νέας γεννιάς έκαναν τρείς φορές τον κύκλο του τρομαγμένου πάρκου.
Στάθηκαν λίγο μπροστά στην καφετέρια με αναμένες τις μηχανές και τελείως ασυλόγιστα και παράλογα έφυγαν για να προλάβουν να ξυπνήσουν και ένα δεύτερο γειτονικό χωριό. Σε δύο ώρες είχαν επανέλθει ακολουθώντας την ίδια εκοφαντική μέθοδο. Καμμία σκέψη, κανένας δισταγμός. Το απόλυτο κρανιακό κενό. Την επομένη το σύνολο σχεδόν των θερμαλιζομένων επισκεπτών βρισκόταν από νωρίς στον κοντινό σιδηροδρομικό σταθμό περιμένοντας το τραίνο της λύτρωσης. Και να σκεφθή κανείς πώς σ’ αυτή τη λουτρόπολη θα μπορούσαν να καταφθάνουν κατά χιλιάδες Σκανδιναβοί λουόμενοι όλους τους μήνες του χρόνου. Κρίμα, εθνικό κρίμα, οικονομικό έγκλημα.
Περπατάω ανάμεσα στις δύο παραθαλάσιες κωμοπόλεις σχεδόν καθημερινά. Ο δρόμος προσποιείται το φίδι από κολπάκι σε κολπάκι και από όρμο σε όρμο. Τούτη τη χειμωνιάτικη εποχή με τον μουντό ουρανό έχεις την ευκαιρία να σκεφθής το παρελθόν, τα μελλούμενα, τα ευχάριστα και τα όνειρα. Ο καθένας σε τέτοιους τόπους γίνεται ποιητής, τραγωδός ή ζωγράφος. Το μάτι φωτογραφίζει και η ψυχή αποταμιεύει πλούτη και στεναχώριες, ομορφιές και βάσανα, εικόνες και συγκινήσεις. Ο αέρας, πολλές φορές αστοχεί στη θερμοκρασία και σου πασπαλίζει το πρόσωπο με ανυπόφορη φρεσκάδα. Ξέρεις όμως πως δεν είναι από γινάτι αλλά από διάθεση άκρατης μέθης παιχνιδιού. Συχωρεμένος νάναι αφού φίλος είναι ο θαλασσινός αγέρας, φίλος από παλιά, από την εποχή του Οδυσσέα ακόμη. Δεξιά η μπλέ θάλασσα και αριστερά τα πράσινα χωράφια. Το ήρεμο πράσινο με το γαλήνιο γαλάζιο. Ο ασφάλτινος δρόμος χωρίζει τά δύο χρώματα και τα αφήνει ασυμβίβαστα το καθένα να κυριαρχεί στη δική του μεριά, απολαμβάνεις όποιο θέλεις χωρίς να στενοχωρείς το άλλο αφού ξέρει πως σε λίγο κι εκείνο θα χαϊδέψης με το πλανεμένο σου βλέμμα. Τα δύο χρώματα περιμένουν υπομονετικά τη σειρά τους χωρίς ανταγωνισμούς και κακίες. Όλα καλά, αρκεί να μην κυτάξεις την αδικημένη μεριά της παραλίας. Εκεί υπάρχει ένα χέον τραύμα. Πυορροεί και αγανακτεί. Πλαστικά μπουκάλια, γυναικείες σερβιέτες, παλιά ράκη, χιλιάδες πλαστικά ποτήρια του καφέ με εκατομμύρια πολύχρωμα καλαμάκια, πλαστικές σακούλες όλων των γνωστών σούπερ μάρκετ με τις καλλίτερες τιμές της αγοράς και ατελείωτα ελαστικά αποδεικτικά του αχαλίνωτου σέξ πού έχει έμπνεύσει το ελληνικόν γένος. Στις παραλίες η ανδρική ανικανότης είναι άγνωστη. Ελαστικά ενίοτε μπορεί να συναντήσει κανείς και αυτοκινήτων, κυρίως τετράλινα Μία ατέλειωτη βρωμιά και μία προκλητικότητα στον πολιτισμό, την ιστορία και την πατρίδα.
Όχι, δεν περνάμε οικονομική κρίση. Η κρίση είναι η ακρισία μας και η ακρισία είναι αποτέλεσμα πειραμάτων στα ποταπά και βδελυρά σκοτεινά εργαστήρια διαστροφής κατά του Ελληνικού πολιτισμού. Η έξοδος από το σκοτάδι είναι σχεδόν αδύνατη, ακατόρθωτη. Μπορεί να γίνη μόνον με τεράστιους λαμπτήρες πατριωτισμού. Σαν και τέτοιους δεν διαθέτει σήμερα στις τάξεις της η λαϊκή φαρέτρα. Η ανάκαμψη, μην γελιόμαστε, δεν πρόκειται να έρθη. Το σύνολον της γεννιάς μας έχει δισεκατομμύρια αιμοσφαίρια πονηριάς και απάτης και σχεδόν κανένα εντιμότητας και θυσίας. Λυπάμαι, από τον σκοτεινό διάδρομο οδηγούμαστε κατευθείαν στην υπόγεια είσοδο του Αχέροντα ποταμού. Ο βλοσυρός βαρκάρης της ντροπής είναι υπομονετικός και μας περιμένει.
Σ.Σ. Με το σημερινό του Χρονογράγημα ο συνεργάτης μας Φοίβος Ιωσήφ αγγίζει την καρδιά του προβλήματος της οικονομικής ανάκαμψης. Το μήνυμα που στέλνει είναι ότι τελικά η ανάπτυξη δεν είναι μόνο θέμα οικονομικών μεγεθών αλλά κυρίως ζήτημα που έχει να κάνει με τις αντιλήψεις μας και τις νοοτροπίες μας.
Του Συνεργάτης μας
Φοίβου Ιωσήφ