Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

  Αριθμός Πιστοποίησης: Μ.Η.Τ. 242014

Η ΛΑΜΙΑ της δεκαετίας του ’50

Γράφει ο
Αθ. Δ. Γκίκας
Μαθηματικός

 

Ήμουν μαθητής του Α΄ Αρρένων Λαμίας τότε και μου φαίνονταν όλα όσα είχαν σχέση με τη Λαμία συναρπαστικά . δεν έβλεπα τις ασχήμιες της, παρά μόνο τις ομορφιές της.

Το Πάρκο της ήταν πραγματικά Πάρκο, με τα δυο του σιντριβάνια, τα λουλούδια του και τους δυο υπαίθριους φωτογράφους, με τη μηχανή – κιβώτιο πάνω στον τρίποδά της.

Σεβόμασταν τις πινακίδες: «μην κόπτετε τα άνθη», «μην πατάτε το πράσινο».

Τώρα μάλλον θα πρέπει να τοποθετηθεί η πινακίδα ανάλογη με την ποιότητα της Πλατείας «Πάρκου» δηλ. «μην περπατάτε πολύ στους κιβωτιόσχημους τσιμεντόλιθους γιατί θα καεί η πατούσα σας !».

Στο Πάρκο εκείνης της εποχής πήγαιναν τ’ αγόρια την ώρα που «σχόλαγε» το «Θηλέων» του Μουστακείου, για να απευθύνουν λίγα έξυπνα και τις περισσότερες φορές ανούσια πειράγματα στις μαθήτριες.

Μαυρολόγαγε η Καποδιστρίου από τις μαύρες ποδιές των κοριτσιών. Τη μονοτονία έσπαγε ο λευκός πικεδένιος γιακάς και η κονκάρδα στο στήθος Γ.Θ. δηλωτική του Γυμνασίου Θηλέων, την οποία οι αρκουδόμαγκες την μετέφραζαν «γαμπρό θέλω» και έδειχναν την ανάλογη προθυμία.

Δεν τους λέγαμε τότε αρκουδόμαγκες αλλά με το κακόηχο που προκύπτει από την αντιμετώπιση των δυο πρώτων συλλαβών και γραμμάτων !!

Ήταν η εποχή που το αγόρι ήταν ο κυνηγός. Σήμερα αντιστράφηκαν οι όροι . έγινε το κορίτσι ο κυνηγός και το αγόρι το λάφυρο για το οποίο κάποιες φορές τα θήλεα παλεύουν αγρίως !

Ο γράφων, με τα λινά παπούτσια και τις μάλλινες κάλτσες χειμώνα καλοκαίρι, δεν είχε το θάρρος να κοιτάξει τις μαθήτριες κατάματα . έστρεφε προς αυτές το βλέμμα του … όταν τον προσπερνούσαν !!

Η Πλατεία Ελευθερίας ξεχείλιζε από την αίσθηση της Λαμιώτικης ζωής, με τις απειράριθμες βόλτες πέρα-δώθε λες και μέτραγαν το μήκος της σε δρασκελιές και έκαναν λάθος κάθε φορά, γι’ αυτό το άρχιζαν πάλι !!

Αλλιώς τη βιώνει ο σημερινός Λαμιώτης «αραχτός» στα «καφέ» που κατέκλυσαν την Ανατολική και Δυτική πλευρά, αφήνοντας ένα στενό διάδρομο για να γίνεται η καθιερωμένη παρέλαση στις Εθνικές Εορτές.

Για το Θεό, μόνο μην την «αναβαθμίσουν» όπως έπραξαν και για το «Πάρκο !»

Νοσταλγώ τη δεκαετία του ’50, τότε που η Φιλαρμονική του Δήμου έπαιζε κάθε Σάββατο στην Πλατεία Ελευθερίας και κάθε Πέμπτη βράδυ στο Πάρκο.

Τα μέλη της τσαγκαράδες, υδραυλικοί και λοιποί επαγγελματίες χωρίς ιδιαίτερες μουσικές σπουδές.

Ο Διάκος στην ομώνυμη Πλατεία του είχε την ησυχία του. Αυτή την ταράζαμε με τις σάλπιγγες και τα τύμπανα στις Εθνικές γιορτές, όταν όλα τα Εκ/κα Ιδρύματα κατέθεταν το δάφνινο στεφάνι και οι Λαμιώτες που κατέκλυζαν τους πέριξ δρόμους χειροκροτούσαν.

Τώρα καταθέτουν οι «επίσημοι» και οι «οργανώσεις» με τους θαμώνες των «καφέ», που την κατέκλυσαν όχι μόνο να μη χειροκροτούν αλλά ούτε και να εγείρονται όταν ανακρούεται ο Εθνικός Ύμνος.

Αυτό δα έλειπε .  να χάσουν το παιχνίδι των μηνυμάτων με το κινητό τους, που το χαϊδολογάνε όλες τις ώρες, λες και είναι η τρυφερή τους ερωμένη !

Η Πλατεία Λαού με τα Πλατάνια, τη βρύση του Μακρόπουλου, τα 4-5 ταξί ένα των οποίων οδηγούσε ο πατέρας του ηθοποιού Θάνου Λειβαδίτη και το «καφενείο των Μουσικών».

Ήταν το στέκι των κλαριτζήδων, βιολιτζήδων, σαντουρτζήδων … που περίμεναν να κλείσουν συμφωνίες για τα Πανηγύρια και τους γάμους της εποχής.

Τώρα περίοπτη θέση κατέχει ο έφιππος Άρης Βελουχιώτης. Πολλάκις της ημέρας καταθέτουν τα περιττώματά τους τα πουλιά που βρίσκουν καταφύγιο, στις φυλλωσιές των Πλατάνων και άπαξ του έτους (25 Νοεμβρίου) το ΚΚΕ καταθέτει το στεφάνι του σε ανάμνηση του «Γοργοποτάμου».

Ένας σύγχρονος ονειροπόλος πολίτης, σαν εμένα, δε μπορεί να μην ανακαλέσει στη μνήμη τους κινηματογράφους της εποχής εκείνης με τα γουέστερν, τα Πάθη του Χριστού, τον Αγαπητικό της βοσκοπούλας, που δεν έλεγε το «Ρέξ» να τον αλλάξει όσο η ουρά των θεατών έφτανε μέχρι την Μητρόπολη.

Σήμερα στη θέση του «Ρέξ» υπάρχει μια ατελείωτη σκάλα που μου θυμίζει τη σκάλα του Ιακώβ που μαθαίναμε στα Θρησκευτικά !

Η «Τιτάνια» δίπλα στο «Ρέξ» με χειριστική μηχανή του «καμπούρη». Αξέχαστη φιγούρα αυτός και γέλωτας που προκαλούσε, όταν έκανε στο διάλλειμα τη διαφήμιση. «Λαμιώτες μοσχάρια, στον Μαντανίκα !». Παίρνοντας ανάσα μάλλον επίτηδες ανάμεσα στο μοσχάρια και τον Μαντανίκα ! Αποκλείεται να μη ξεχώριζε τα μοσχάρια από τους Λαμιώτες !!

Το «Πάλλας» και όχι Παλλάς, όπως το προφέραμε εκείνη την εποχή, στην Υψηλάντου. Λίγο πριν χτυπήσει η καμπανούλα του Α΄ Αρρένων για είσοδο ενημερωνόμασταν για τα «προσεχώς» από το ταμπλό με τις φωτό της «Γκάρμπο», «Νόβακ», «Τρεϊση» κλπ.

Προσπαθώ να εντοπίσω απομεινάρια, που ξέφυγαν από την αστική κακοποίηση γύρω από τις Πλατείες πλην ματαίως. Τυχερός όποιος ανηφορίσει την Αριστοτέλους και βαδίσει την Εκκλησιών, θα βρει 2-3 νεοκλασικά κτίσματα. Αυτά από μόνα τους, μαζί με του Δημούλη και του Ιωσήφ στην Όθωνος, δεν γλυκαίνουν το απόσταγμα εκείνης της εποχής.

Για το δικαστικό μέγαρο έγραψα άλλη φορά. Την ομορφιά του την κρύβουν εδώ και 20 χρόνια !!! Οι σκαλωσιές και το δίχτυ.

Παρ’ όλα αυτά με ελκύει η παρακμιακή εικόνα μνημείων που διαθέτουν μεγαλοπρέπεια . με ενοχλούν τα καφέ που κατέκλυσαν την Πόλη και κατέλαβαν, ίσως όχι νόμιμα τα πεζοδρόμιά της, με αποτέλεσμα ο πεζός να βαδίζει στο οδόστρωμα !

Το αρχοντικό του Μουζέλη στη Μπότσαρη ξεχάστε το . έπεσε και αυτό θύμα του «μπιντέ !!!».

Έγινε η πιο άχαρη πολυκατοικία της Λαμίας. Είναι ο χρόνος Πανδαμάτωρ, ο χρόνος που στρογγυλεύει, που ξεδιαλύνει τις σκιές, ο χρόνος που έρχεται μαζί με κάθε νέα γενιά, να φέρει νέα βλέμματα και να θέσει νέες ερωτήσεις. Αυτό τώρα μας δίνει το νέο Λαμιώτικο αστικό τοπίο.

Μη νομίσεις αναγνώστη ότι τότε ήταν όλα ωραία. Έτσι μου φαίνονταν τότε, γιατί είχα το χρόνο να με περιμένει αδαπάνητος στο πλάι, ενώ τώρα έσωσα τα μύγδαλα από το σακκούλι της ζωής.

Όσα μου απομένουν τα κρατάω περισσότερη ώρα στο στόμα μου για να νοιώθω καλύτερα τη γεύση τους συνοδεύοντάς τα και με στοργικές μνήμες.  

 

 

 

 

    

 

randomness