Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

  Αριθμός Πιστοποίησης: Μ.Η.Τ. 242014

Τζορτζ Μίλερ: Ο κορυφαίος Αυστραλός σκηνοθέτης, δημιουργός του «Μαντ Μαξ», με καταγωγή από το Τσιρίγο

Αν το γνωστό ποίημα του Κώστα Ουράνη «Ταξίδι στα Κύθηρα» μιλά για έναν ιδεατό τόπο, ένα ταξίδι, που μένει όνειρο απατηλό, για τον Τζορτζ Μίλερ, ο οποίος έχει καταγωγή από τα Κύθηρα, το ταξίδι της ζωής του ήταν, μέσω Αυστραλίας, ο κινηματογράφος και προορισμός του, η καταξίωση. Την παγκόσμια αναγνώριση τη βρήκε πριν από 45 χρόνια, όταν μας παρουσίασε το μετα-αποκαλυπτικό θρίλερ «Μαντ Μαξ: Ο Εκδικητής της Νύχτας», μία χαμηλής παραγωγής ταινία, που απογείωσε το όνομά του, όπως και αυτό του 24χρονου και πρωτόβγαλτου τότε Μελ Γκίμπσον.

Ο Μίλερ, πέρα, όμως, από τη δημιουργία ενός από τα πιο πετυχημένα κινηματογραφικά φραντσάιζ όλων των εποχών, με τον «Μαντ Μαξ», έδειξε την αξία του και σε άλλα κινηματογραφικά είδη, ενώ θα κερδίσει Όσκαρ καλύτερης ταινίας με το θαυμάσιο animation «Happy Feet» και άλλες διακρίσεις με το «Bade».

Γιορτάζοντας αύριο τα 80 του χρόνια, ο Τζορτζ Μίλερ, συνεχίζει να κάνει σχέδια, να είναι ενεργός και περιζήτητος, αλλά ήδη έχει διανύσει πέντε δεκαετίες πορείας στο σινεμά, τις οποίες αξίζει να θυμηθούμε, με κυριότερη αυτή του πρώτου «Μαντ Μαξ», ενώ ενδιαφέρον έχει και η ελληνική του καταγωγή από τα Μητάτα Κυθήρων.

Με καταγωγή από τα Μητάτα

Γεννήθηκε στην ταπεινή μικρή πόλη του Κουίνσαλντ, με την εξωτική ονομασία Τσιντσιλά, στις 3 Μαρτίου του 1945 και ήταν ο ένας από τους τέσσερις γιους της οικογένειας του Τζιμ Μίλερ και της Άντζελας, μετανάστες από την Ελλάδα. Δηλαδή του Δημήτρη Μηλιώτη από το Τσιρίγο και της Ευαγγελίας, που ήταν γεννημένη στη Μικρά Ασία και θα βρεθεί στην Αυστραλία. Δηλαδή, μία από τις πολλές ελληνικές ιστορίες ξενιτιάς, που πλήγωσαν την Ελλάδα και ταυτόχρονα έδωσαν ευκαιρίες σε πολλούς Έλληνες να διαπρέψουν, όπως και ο Τζορτζ Μίλερ.

Από την Ιατρική στο σινεμά

Ο Μίλερ, που υπήρξε και παπαδάκι (ο παππούς του ήταν ιερέας στην Αγία Τριάδα στα Μητάτα), όταν η οικογένειά του μετακόμισε στο Σίδνεϊ, σπούδασε Ιατρική, μαζί με τον δίδυμο αδελφό του Τζον και εργάστηκε σε δημόσια νοσοκομεία. Μέχρι που ήρθε η ώρα του κινηματογράφου, ένα μικρόβιο που του είχε μπει από τα τελευταία χρόνια σπουδών του, όταν γύρισε, μαζί με τον αδελφό του, μια ταινία ενός μόλις λεπτού και κέρδισε στο φοιτητικό φεστιβάλ Κινηματογράφου της Μελβούρνης το πρώτο βραβείο. Το έπαθλο ήταν η δωρεάν παρακολούθηση μαθημάτων στο Εργαστήρι Κινηματογράφου του πανεπιστημίου της Μελβούρνης. Εκεί, θα γνωρίσει και τον Μπάιρον Κένεντι, με τον οποίο ο Μίλερ θα αναπτύξει μία αδελφική φιλία και θα μοιραστεί την αγάπη του για το σινεμά, βάζοντας τις βάσεις για τη στενή συνεργασία τους - ακόμη και την ίδρυση μίας εταιρείας παραγωγής ταινιών την Kennedy Miller Productions.

Ο τρελό-Μαξ

Έπειτα από ορισμένα ντοκιμαντέρ, μικρού μήκους ταινίες και πειραματισμούς, το 1978 θα έρθει και η ώρα για την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, τη θρυλική πλέον φουτουριστική περιπέτεια «Μαντ Μαξ: Ο Εκδικητής της Νύχτας». Μαζεύοντας λίγα χρήματα θα ξεκινήσουν τα γυρίσματα, σε σκηνοθεσία Μίλερ, παραγωγή του Κένεντι και σε σενάριο του πρωτοεμφανιζόμενου Τζέιμς ΜακΚόσλαντ. Τα γυρίσματα ολοκληρώθηκαν σε δώδεκα εβδομάδες και κόστισαν μόλις 300.000 δολάρια. Οι ηθοποιοί ήταν άσημοι, όλοι πρωτόβγαλτοι, αλλά όχι αδιάφοροι. Ανάμεσά τους και ένας νεαρός με φωτογένεια και με έναν ιδιαίτερο μαγνητισμό στην κάμερα. Το όνομά του Μελ Γκίμπσον. Ο τρελό-Μαξ, ο αντιήρωας που θα αγαπηθεί από το νεανικό κοινό μέσα από την εκφραστικότητα του «τρελό-Μελ».

Περιπλανώμενος εκδικητής

Η ταινία, που θα μπορούσε εύκολα να ξεπέσει στην κατηγορία των φτηνιάρικων καλτ b movies, κατάφερε να γίνει ένα εμβληματικό έργο για τους ανήσυχους νέους σε όλο τον κόσμο. Ο 34χρονος τότε σκηνοθέτης αποφάσισε να τοποθετήσει την ιστορία του σε ένα δυστοπικό αυστραλέζικο σκηνικό του μέλλοντος, όπου ο πολιτισμός έχει παρακμάσει και επικρατεί η ανομία, ενώ στους ερημωμένους δρόμους κυριαρχούν επικίνδυνες συμμορίες μηχανόβιων. Και ανάμεσά τους ο Μαξ, ένας μέχρι πρότινος φιλήσυχος αστυνομικός, που μεταμορφώνεται σε σε ανελέητο τιμωρό εναντίον μιας άγριας συμμορίας, τα μέλη της οποίας σκότωσαν τη σύζυγο και το παιδί του. Μια μοναχική περιπλανώμενη φιγούρα, που βαδίζει στωικά προς το έρεβος της ανθρώπινης φύσης. Το σκηνοθετικό του βλέμμα, το νεύρο και ο ηλεκτρισμός που βγάζουν οι εικόνες τού Μίλερ θα κάνουν την ταινία του τη μεγαλύτερη επιτυχία όλων των εποχών στην Αυστραλία.

Μεσσίας

Έτσι, έπειτα από δυο χρόνια, το 1981, θα ακολουθήσει το «Mad Max 2: Εκδικητής Πέρα από το Νόμο», τοποθετώντας τον «τρελό-Μαξ» σε μία ερημωμένη μετα-αποκαλυπτική πρωτόγονη πραγματικότητα. Εμφανίζεται ως αποστασιοποιημένος μεσσίας που αναλαμβάνει να σώσει μια φιλειρηνική κοινότητα, από τις δολοφονικές επιθέσεις μίας βάρβαρης, σχεδόν πρωτόγονης, συμμορίας, που εποφθαλμιά το πολύτιμο πετρέλαιο που κατέχει η κοινότητα. Το σίκουελ του Μίλερ είναι από τα ελάχιστα που καταφέρνουν να διευρύνουν θεματικά το στόρι τους, να ανανεώσουν τόσο πολύ το ενδιαφέρον και να μαγνητίσουν περαιτέρω με τον ήρωά τους, δημιουργώντας μία συναρπαστική μυθολογία. Οι ιλιγγιώδεις σκηνές καταδίωξης και η έξαψη που προκαλούν οι υπερβίαιες σεκάνς εκτοξεύει την ταινία, ενώ ο Μαξ του λαμβάνει διαστάσεις ενός ήρωα της λαϊκής μυθολογίας.

Η Τίνα και ο θρύλος

Το 1985 θα ολοκληρώσει την τριλογία του, με το «Μαντ Μαξ: Απόδραση από το Βασίλειο του Κεραυνού», χωρίς αυτή τη φορά τον αγαπημένο του φίλο Κένεντι στην παραγωγή, αλλάζοντας εντελώς πίστα. Ο Μίλερ αυτή τη φορά θα αφήσει τη μηδενιστική του διάθεση, την έξαλλη βιαιότητα και την αγριότητα των χαρακτήρων, για να φτιάξει μία σχεδόν οικογενειακή περιπέτεια. Εδώ, θα εισβάλλει με τον αλέγκρο χαρακτήρα της, η Τίνα Τέρνερ, που ηγείται μίας αφιλόξενης αποικίας - πάντα σε μία μετα-αποκαλυπτική εποχή - και θα έρθει σε σύγκρουση μαζί της, μέχρι να ενώσουν τις δυνάμεις τους απέναντι σε μία εχθρική ομάδα και τη σωτηρία μίας απομονωμένης ομάδας παιδιών, που τον βλέπουν ως σωτήρα, έναν θρύλο, που μπορεί να τους οδηγήσει στα δικά τους... Κύθηρα.

Ο χαμός του Κένεντι

Στα μείον της ταινίας, που δεν στερείται από θαυμάσιες σεκάνς - ειδικά της έναρξης - και ιδεών, είναι η αντιγραφή - ουσιαστικά - της καταδίωξης του δεύτερου φιλμ, δίχως να μπορεί να το συναγωνιστεί. Όμως, αυτό θα είναι αποτέλεσμα του χαμού του Κένεντι και η αδιαφορία του Μίλερ για την εξέλιξη της ταινίας, δίνοντας μάλιστα σκηνοθετικά καθήκοντα και στον συμπατριώτη του Τζορτζ Ογκίλβι. Η ταινία, είναι ομολογουμένως η πιο αδύνατη της τριλογίας, αλλά θα ανανεώσει για μια ακόμη φορά τη θεματική του, καθώς ο τρελό-Μελ του, ψάχνει την ανθρωπιά του, μέσα από την αλληλεγγύη για τους άλλους.

Ανεπανάληπτος Μελ

Και στις τρεις ταινίες η παρουσία του Γκίμπσον είναι καταλυτική. Στην πρώτη άγουρος, αλλά τόσο τραβηχτικός και γοητευτικός που ουδείς μπορεί να του αντισταθεί, στη δεύτερη πιο ώριμος και πλέον σήμα κατατεθέν των μοναχικών ηρώων και στην τρίτη πλέον βετεράνος, στοχαστικός, στοργικός και έτοιμος να αποχωρήσει αφήνοντας πίσω του έναν μύθο και εν τέλει έναν ρόλο ανεπανάληπτο.

Οι μάγισσες

Το 1987 θα γυρίσει το θρίλερ φαντασίας, με αρκετές δόσεις κομεντί, «Οι Μάγισσες του Ίστγουικ», μία παράδοξη ταινία, στην οποία θα μπολιάσει τις ταινίες τρόμου με τα κωμικά στοιχεία, έχοντας ένα υπέροχο καστ, με τους Τζακ Νίκολσον, Μισέλ Πφάιφερ, Σερ και Σούζαν Σάραντον. Το 1992 θα αλλάξει ύφος, γυρίζοντας το «Lorenzo's Oil» ένα καλογυρισμένο οικογενειακό δράμα, με πρωταγωνιστές τον Νικ Νόλτε και την Σούζαν Σάραντον.

Το γουρουνάκι και το Όσκαρ

Το 1998 θα μας ξαφνιάσει για μια ακόμη φορά, παρουσιάζοντάς μας το «Μπέιμπ: Το Μικρό Γουρουνάκι στη Μεγάλη Πόλη», με το οποίο θα κερδίσει το Όσκαρ σεναρίου. Μία όχι και τόσο παιδική ταινία, καθώς συνδυάζει το σκοτεινό του θέμα με το μπουρλέσκ, έχοντας για πρωταγωνιστές ένα γουρουνάκι και άλλα ζωάκια και μάλιστα με «ερμηνείες» για πολλά Όσκαρ.

Το 2006 θα έρθει και η ώρα για το Όσκαρ σκηνοθεσίας, αλλά και πάλι ξαφνιάζοντάς μας καθώς το πήρε για ένα έξοχο animation, το ανήσυχο οικολογικά και αγαπησιάρικο «Happy Feet», ενώ θα ακολουθήσει και το δεύτερο μέρος το 2011. Δυο τεράστιες εμπορικές επιτυχίες, που ακόμη έχουν πέραση στα παιδιά και στους γονείς τους.

Ανανέωση του μύθου

Το 2015 θα αποφασίσει να ξαναζωντανέψει τις περιπέτειες του Μαντ Μαξ με τον «Δρόμο της Οργής». Και θα το κάνει εντυπωσιακά, με πάθος και απίστευτο μεράκι, μοιράζοντας για μια ακόμη φορά απολαυστικές ανατριχίλες, με το φουτουριστικό σκηνικό του, τους βαρβάρους, το δυστοπικό του κλίμα, γεμίζοντας ενέργεια και στιγμές ευχαρίστησης στο κοινό. Έχοντας ως πρωταγωνιστή τον αξιόλογο Τομ Χάρντι και δίπλα του την επιβλητική Σαρλίζ Θερόν, θα καταφέρει να ανανεώσει και πάλι τον μύθο του, ενώ θα προταθεί και για το Όσκαρ σκηνοθεσίας.

Αξιόπιστος παραμυθάς

Πέρσι, απολαύσαμε και τη συνέχεια της επανεκκίνησης του φραντσάιζ, με το πρίκουελ «Furiosa: A Mad Max Saga», που μπορεί να μην ήταν το ίδιο αποτελεσματικό και χορταστικό όσο το προηγούμενο φιλμ, αλλά τα στάνταρ που έχει θέσει ο ίδιος ήταν εκεί, όπως και η ανελέητη δράση, καταφέρνοντας να πείσει ότι ο μύθος που ξεκίνησε το 1979 παραμένει γοητευτικός και αξιόπιστος.

Ο Τζορτζ Μίλερ, μπαίνοντας στην τελευταία στροφή της ζωής του και προφανώς της σταδιοδρομίας του, παραμένει ένας Έλληνας, ένας σκηνοθέτης, που αγαπά το σινεμά και κυρίως να διηγείται ιστορίες και παραμύθια, καθώς όπως έχει πει η αγαπημένη του ταινία είναι πάντα ο κλασικός «Πινόκιο» της Ντίσνεϊ.

ΠΗΓΗ ΑΠΕ

    

 

Απόψεις

Αθανάσιος Δ. Γκίκας - Μαθηματικός Με αυτή την υπογραφή δημοσιεύει ο «Λαμιακός Τύπος» τα κείμενά του εδώ και τριάντα (30) χρόνια.Από σεμνότητα δεν αναφέρει άλλους...

Ενημερωτικά δελτία

Ενημερωθείτε άμεσα από την εφημερίδα μας για τις τελευταίες ειδήσεις μέσα από την ηλεκτρονική σας διεύθυνση.