Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

  Αριθμός Πιστοποίησης: Μ.Η.Τ. 242014
 

Ηνίοχος Δελφών: Ο αποχαιρετισμός της αρχαϊκής τέχνης

Η πλέον περίεργη και θελκτική μορφή της αρχαίας γλυπτικής

Ο Πολύζαλος, τύραννος της Γέλας, αδελφός του Ιέρωνος των Συρακουσών, νικητής στην αρματοδρομία, έστησε στους Δελφούς ανάθημα, ένα τέθριππον άρμα με επιβάτη τον ίδιο τον τύραννο, και δίπλα στον ηνίοχό του. Στα 373 π.Χ. βράχοι από τις Φαιδριάδες πέτρες κύλισαν επάνω στο ιερό και μαζί με άλλα αναθήματα έκαμαν συντρίμματα το χάλκινο αναβάτη, το άλογο, το άρμα. Εσώθηκε ο ηνίοχος. Οι καταστροφές έχουν την καλλιτεχνική των λογική. Εχάσαμε βέβαια μεγάλο και ενδιαφέρον σύμπλεγμα, έργο των χαλκοπλαστικών εργαστηρίων, τα οποία έδιναν στην Ήλιδα και στους Δελφούς την υστεροφωνία των αθλητών. Ο νέος όμως που έμεινεν, ολομόναχος, χωρίς τ’ άλογά του, χωρίς το άρμα που τον έκρυβε ως τη ζώνη, χωρίς τον ηγεμόνα στο πλευρό του, κεντρίζοντας τη φαντασία των ανθρώπων για τους συντρόφους των που λείπουν και για το γλύπτη που είνε άγνωστος, έγινεν η πλέον περίεργη και θελκτική μορφή της αρχαίας γλυπτικής  αυτής που μας είνε γνωστή. Δύο δημιουργούν το έργο. Ο τεχνίτης και ο καιρός. Ο δεύτερος και στην πράξι του αυτή δεν ήταν χωρίς αξία.

«ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», 1.1.1930, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Του Ηνιόχου το λαμπρό μέρος είνε τα κάτω άκρα που δεν επρόκειτο να φανούν. Τα γυμνά πόδια. Χωρίς να λογαριάση πως θα ήταν κρυμμένα πίσω από το άρμα, ο τεχνίτης έκαμε το καθήκον του. Εστήριξε την ολόρθη στήλη του νεανικού αυτού κορμιού στο ωραιότερο ζευγάρι γυμνών ποδιών που βγήκαν ποτέ από τη γλυπτική στην αρχαίαν Ελλάδα και κατόπιν. Τα γραμμένα δάχτυλα, ξεχωρίζοντας ένα-ένα, απλώνονται (στο δεξί) με κάποιο ριπιδωτό άνοιγμα. Οι κόμποι των αστραγάλων καθαρά πεταγμένοι, το λεπτό ανέβασμα της κνήμης, τα πέλματα που πατούν ολόκληρα και κρατούν το σώμα αναπαυμένο και βέβαιο, σχηματίζουν μιαν ενότητα ξεχωριστή, όσο κι’ αν το σύνολο ήταν ένα και αδιαχώριστο. Ο ελαφρά σχηματικός τρόπος των άκρων αυτών, η καθαρότητα και η τόλμη των επιφανειών είνε αρχαϊκή αρμονία που θα ηχή στην καλαισθησία του ανθρώπου για πάντα.

 

«ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», 1.1.1930, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Στην ακινησία του Ηνιόχου βλέπουμε το φρενιτιώδη αγώνα που έχει προηγηθή. Πλούσια ηρεμία! Είνε η στιγμή που η τρικυμία των μυώνων ησύχασε. Το σώμα ηρεμεί. Χαϊδεύεται από το θρίαμβο. Ήρθε ο ρόλος του πλήθους. Είνε η αμοιβή του νικητού. Η παρέλασις. Ο νικητής μετά το αποτέλεσμα περνά σε αργή περιφορά μπροστά στα πλήθη και δέχεται τη χαρμόσυνη βοή της επευφημίας, ακίνητος απάνω στο άρμα του, το οποίον ένας πεζός οδηγεί κρατώντας τα χαλινάρια των αλόγων. (Από το παιδί που παράστησε στη θέσι του πεζού ο γλύπτης, βρέθηκεν ένα χέρι.) Ο Ηνίοχος, αυτός που έδωσε τη νίκη, υψώνεται χυτός μέσα στον ποδήρη χιτώνα του. Οι πτυχές πέφτουν ίσες και βαρειές. Πατεί και στα δυο πέλματα. Είνε αυστηρή στήλη στημένη στη δόξα. Οι φυσικές και ηθικές του δυνάμεις πειθαρχούν. Η στάσις του συγκρατεί το θρίαμβο. Δεν του επιτρέπει καμμιά κίνησι έξω από τη γαλήνη και την ευπρέπεια. Δυο κινήσεις σχηματίζουν τη δωρική αυτήν αρμονία. Η μία είνε η ακαμψία του που δείχνει το σώμα, από τη μέση και κάτω, ίσο και ατάραχο, με τις πτυχές του μακρύτατου χιτώνα βαρειές και ατρικύμιστες. Η δεύτερη κίνησις είνε το γέρμα του κορμιού προς τα δεξιά και ακόμη εντονώτερα της κεφαλής, η οποία γέρνει κι’ αυτή προς το ίδιο μέρος. Η κεφαλή είνε βυθισμένη σ’ ελαφρόν όνειρον ευτυχίας. Ακούει τη μουσική του πλήθους. Βλέπει το μεγάλο παλμό του και τη γραφική ανωμαλία του. Το στόμα του μισανοιγμένο. Τα χείλη μικρά και σαρκωμένα. Στόμα λουλουδένιο. Η ίσια μύτη καταλήγει σε χαριτωμένο λέπτυσμα. Τα ρουθούνια ρουφούν απολαυστικά τον αέρα που χρειάζεται το κουρασμένο σώμα. Βλέπεις σ’ αυτά το λαχάνιασμα. Τρέμουν. Τα μαλλιά, περιγραμμένα με θαυμαστή λιτότητα, αφήνουν τους λιτούς των βοστρύχους να ξεφεύγουν από την ταινία της νίκης που τα δένει. Τα τόξα των φρυδιών γράφουν την καθαρή καμπύλη των απάνω από τη λαμπρή ματιά. Αλλά τα μάτια! Στην ασπράδα κάποιου σμάλτου ο τεχνίτης έμπηξε δυο κύκλους διαφορετικών μετάλλων με ρεαλισμό που, αν δεν μπορούμε να τον συλλάβωμε, του χρωστούμε το θαυμασμό και την ευγνωμοσύνη μας. Το φως βυθίζεται και παίζει σ’ αυτά τα πετράδια. Τα μάτια χαίρονται και σκέπτονται. Καθρεφτίζουν το θρίαμβο. Τρομακτική αλήθεια.

 

 

Πηγή: Γαλλική Σχολή Αθηνών/EFA (efa.gr)

Είνε νειάτα στην αρχαία γλυπτική που δείχνουν το χάδι του φωτός πάνω των. Είνε νειάτα με τη σταθερή γραμμή των που δοξάζουν την παλαίστρα και τη δωρική πολιτεία. Μα νειάτα συμπυκνωμένα έτσι στην αυστηρότητα μιας λεπτής στήλης, τόσο δυνατά στην ακινησία, τόσο δροσερά έπειτα από το άσθμα των αγώνων, δεν ξανάγιναν. Ποτέ από χιτώνα δεν είδαμε βραχίονα να προβάλη τόσο δυνατός και γραμμένος. Ποτέ χέρι σαν το δεξί του ηνιόχου, που κρατά ελαφρά τα χαλαρά ηνία, δεν έδειξε γραμμή τόσο μουσική. Ποιος είνε ο εξαίσιος τεχνίτης τέτοιων άκρων; Είνε, όπως νομίζεται, ο Πυθαγόρας εκ Ρηγίου που έκαμε το έργο; Ήτο Αθηναίος; Ή χαλκοπλάστης της Αιγίνης; Ίσως αυτό θα μείνη άγνωστο. Αλλά θα ξεύρωμε πάντοτε πως και το έργο τούτο το έδωσε η αόριστη εποχή που είνε τέλος του αρχαϊσμού, η στιγμή που προαισθάνεται τον Φειδία. Όπως το δέντρο όταν νοιώθη την παρακμή του πετά ορμητική και άφθονη άνθησι, η αρχαϊκή τέχνη ετοίμασε τον αποχαιρετισμό της σε λίγα έργα στα οποία τα αρχαϊκά στοιχεία συγκεντρώθηκαν κι’ έδωκαν το απροχώρητο του θελγήτρου των, αφήνοντας στην ψυχή των φίλων της τέχνης συναίσθημα που, αν δεν είνε θαυμασμός, είνε χαρμόσυνη ταραχή κι’ ευδαιμονία. Η ολιγόχρονη βέβαια εποχή του ωρίμου αρχαϊσμού μάς έδωσε και τον Ηνίοχο: Έργο με ελαφράν ανάμνησιν ακαμψίας μέσα σε λαμπρή γνώσι κι’ ερμηνεία της φυσικής αλήθειας. Η θεληματική του ανακρίβεια τα πολύ ψηλά πόδια, ο ραβδωτός ακίνητος χιτώνας, η αγαπητή στους παληούς τεχνίτες επιμονή στο στολισμό, χαρακτηρισμένη εδώ στο κόσμημα που σχηματίζουν τα μαλλιά των αυτιών, οι γραμμένες πτυχώσεις του κορμού, το κομψό ύφος, υποτάχτηκαν στη δύναμιν ενός υψηλού ρυθμού. Είνε εκείνος ο ρυθμός που ερωτεύεται την ανατομία ενώ νοσταλγεί τη συμβατικότητα των Κορών, που αντλεί ηχηρές αρμονίες από την ακαμψία και τη μετωπικότητα, που προάγει το σχηματικό τρόπο σε σοβαρό θέλγητρο και το μυστήριό του δεν επιδέχεται κανένα χαρακτηρισμό παρά μόνον τη λέξι η οποία τον καθορίζει στο χρόνο: προφειδιακός.

*Κείμενο του Ζαχαρία Παπαντωνίου αφιερωμένο στον Ηνίοχο των Δελφών. Είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» την Πρωτοχρονιά του 1930.

 

Το λαμπρότερο και πλέον γνωστό έκθεμα του Αρχαιολογικού Μουσείου των Δελφών, ο περίφημος Ηνίοχος, ήρθε στο φως στις 16/28 Απριλίου 1896, στο πλαίσιο της «Μεγάλης Ανασκαφής» (“La Grande Fouille”), των συστηματικών ερευνών που πραγματοποίησε από το 1892 έως το 1901 η Γαλλική Σχολή Αθηνών στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών, κατόπιν σχετικής εγκρίσεως της ελληνικής κυβέρνησης.

 

Το άγαλμα του Hνιόχου, θαύμα της αρχαίας χαλκοπλαστικής, αποτελούσε μέρος μεγαλύτερου συμπλέγματος με περισσότερες από μία μορφές, που αφιέρωσε στον Απόλλωνα ο τύραννος της Γέλας Πολύζαλος σε ανάμνηση (κατά την επικρατέστερη εκδοχή) της νίκης του στην αρματοδρομία των Πυθίων το 478 π.X. ή το 474 π.Χ.

 

Το ανάθημα του Πολύζαλου, που συνίστατο από τέθριππο, τον Ηνίοχο και δύο ιπποκόμους (είναι σχεδόν βέβαιο ότι αυτοί οδηγούσαν πεζοί δύο άλογα δεξιά και αριστερά από το άρμα), καταστράφηκε μάλλον από το μεγάλο σεισμό του 373 π.Χ.

 

Τα διαθέσιμα στοιχεία δεν επιτρέπουν την ασφαλή απόδοση του Ηνιόχου σε κανέναν από τους γνωστούς καλλιτέχνες της εποχής εκείνης (το αριστούργημα αυτό της ελληνικής πλαστικής έχει συσχετιστεί κατά καιρούς με τους γλύπτες Πυθαγόρα τον Ρήγιο, Κριτία ή Κρίτιο και Κάλαμη ή Καλάμη).

 

 
ΠΗΓΗ ΙΝ.GR

 

 

 

Απόψεις

Ενημερωτικά δελτία

Ενημερωθείτε άμεσα από την εφημερίδα μας για τις τελευταίες ειδήσεις μέσα από την ηλεκτρονική σας διεύθυνση.
randomness