Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

  Αριθμός Πιστοποίησης: Μ.Η.Τ. 242014

Αλέξης Μινωτής: Έγινα καλύτερος από τον εαυτό μου και έμεινα Έλληνας

Η τέχνη του θεάτρου στο συμπαντικό ποιητικό της μέγεθος

— Πώς ήρθατε στον χώρο της Τέχνης και ειδικώτερα στον χώρο του θεάτρου; Δηλαδή, ποιο ήταν εκείνο το αποφασιστικό γεγονός που σας έκανε να στρέψετε την προσοχή σας στο θέατρο και ν’ αφοσιωθήτε σ’ αυτό;

Δεν μπορώ να καθορίσω πώς ήρθα στον χώρο της Τέχνης. Στην επαρχία που γεννήθηκα, πάνε πια εβδομήντα χρόνια, δεν υπήρχε χώρος τέχνης. Υπήρχε μόνο ακόμα ο απόηχος των αγώνων της Κρήτης για ελευθερία και οι θρύλοι για τους ήρωες που πολέμησαν γι’ αυτήν. Έτσι, λέω πως ο θαυμασμός για τον ανθρώπινο χαρακτήρα, στις μεγάλες, κρίσιμες ώρες, διαμόρφωσε μέσα μου τον πόθο του «ηρωικού», το αίσθημα του «τραγικού» και ίσως την ανάγκη της αφιέρωσης σ’ έναν πνευματικό σκοπό. Υπήρχε τότε ο Βενιζέλος, που κινούσε το έθνος προς τον πολιτισμό, και εκδηλώσεις στον τομέα του πνεύματος, όπως το γλωσσικό ζήτημα και η εκπαιδευτική εξόρμηση, που δραστηριοποιήθηκε στη μικρή μας πόλη (σ.σ. στα Χανιά) από τον Κωνσταντίνο Μάνο (σ.σ. ο Κωνσταντίνος Θ. Μάνος, 1869-1913, υπήρξε αξιομνημόνευτος λογοτέχνης, πολιτικός και μαχητής στους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες) και άλλους ντόπιους διανοουμένους, επηρέασαν τη δική μας γενιά, τη νεώτατη τότε, και την τράβηξαν προς τα γράμματα. Ήταν πιθανόν να ήταν ενδιάθετη (σ.σ. έμφυτη) σε μένα η κλίση προς την ποίηση, αλλιώς δεν εξηγείται πώς, σε νεαρή ηλικία, διάβαζα με πάθος τα δημοτικά μας τραγούδια, τη νεοελληνική ποίηση, πρώτα και κύρια του Διονυσίου Σολωμού, μελετούσα τον Σαίξπηρ σε παμπάλαιες μεταφράσεις του Δαμιράλη (σ.σ. ο Μιχαήλ Ν. Δαμιράλης, 1857-1917) και τους αρχαίους τραγικούς από καλούς δημοτικιστές μεταφραστές  αν και στο σχολείο λογαριαζόμουν απ’ τους χειρότερους μαθητές, γιατί δεν είχα νου για σχολαστικά μαθήματα, παρά ήμουν δοσμένος σε περιπέτειες και αταξίες.

Αποφασιστικό γεγονός, που με τράβηξε προς το θέατρο, μπορώ να υποθέσω πως ήταν η επίσκεψη στα Χανιά του θιάσου του Αιμίλιου Βεάκη, που μεταξύ άλλων έργων έπαιζε και τον Οιδίποδα Τύραννο του Σοφοκλή, όπου στις παραστάσεις του που δόθηκαν εκεί έλαβα μέρος σαν κορυφαίος του χορού ερασιτεχνικά. Από τότε λέω πως συνδέθηκα τόσο άρρηκτα με την οικογένεια των Λαβδακιδών, που την υπηρετώ μια ολάκερη ζωή, όμως δεν νομίζω πως αυτό ήταν θεμελιώδες. Η αγάπη μου για τη δραματική ποίηση προηγήθηκε αρκετά από την ένταξή μου στο θεατρικό επάγγελμα.

 

«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 14.12.1973, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

— Μιλήστε μας για τις «πηγές», για τους δασκάλους και τους ανθρώπους εκείνους που σας βοήθησαν στο ξεκίνημα της καρριέρας σας.

Σας είπα πως το ξεκίνημά μου στο θέατρο άρχισε ουσιαστικά από τον θαυμασμό μου και τη λαχτάρα μου για τους θεατρικούς συγγραφείς. Τη συνείδηση της αποστολής μου στον χώρο της θεατρικής τέχνης την οφείλω πιο πολύ στον Φώτο Πολίτη. Στην καθαρά επαγγελματική τεχνική μου κατάρτιση σαν ηθοποιού βοηθήθηκα από τη Μαρίκα Κοτοπούλη και τον Αιμίλιο Βεάκη, που τους θυμάμαι πάντα με ευγνωμοσύνη.

 

Ο Μινωτής στον πρώτο του «Άμλετ» με το Εθνικό Θέατρο το 1937 (πηγή: «Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 14.12.1973, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»)

— Ποιο είναι το καλλιτεχνικό σας «πιστεύω»;

Το καλλιτεχνικό μου «πιστεύω» και τώρα και πριν και πάντα ήταν η έμφυτη ανάγκη που πιέζει όλους τους ανθρώπους και ιδιαίτερα όσους έχουν γεννηθή με καλλιτεχνική παρόρμηση και τους παροτρύνει να εκφράσουν τον εσωτερικό τους κόσμο, να εξομολογηθούν μ’ άλλα λόγια. Τα αισθητικά μέσα, ανάλογα με τη δημιουργικότητα και τον καλλιτεχνικό τομέα του καθενός, είναι οι τρόποι αυτής της υποκειμενικής λυτρωτικής έκφρασης. Στη γενικότητά του, αυτό το φαινόμενο της καλλιτεχνικής έκφρασης διαμορφώνει τον πνευματικό πολιτισμό κάθε λαού και συνολικά της ανθρωπότητος, που επιγνωστά ή ανεπίγνωστα μάχεται για να δικαιώση την παρουσία της στον πλανήτη τούτον, έχει φτάσει από κόσμους ανεξιχνίαστους και κρατά στη ρίζα της από ένστικτο τη βαθειά νοσταλγία του αγνώστου στο οποίο ουσιαστικά ανήκει, το θέλει δεν το θέλει. Βασικά, για τη δική μου συνείδηση, η τέχνη έχει προέλευση θρησκευτική, είναι δηλαδή εκδήλωση του κόσμου της ψυχής, και για να υπηρετηθή σωστά αναγκαιεί (σ.σ. ορθότερον αναγκαιοί, δηλαδή χρειάζεται) μεταφυσική πίστη.

 

[…]

 

Ο Μινωτής και η Παξινού σε παράσταση του Εθνικού Θεάτρου το 1965 (πηγή: «Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 14.12.1973, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»)

— Είστε ικανοποιημένος από τον τρόπο που, άλλοτε σαν ηθοποιός, άλλοτε σαν σκηνοθέτης και άλλοτε και με τις δύο ιδιότητες μαζί, αντιμετωπίσατε: α) το αρχαίο δράμα, β) τους ξένους κλασικούς και νεοκλασικούς (Σαίξπηρ, Στρίντμπεργκ, Ίψεν κ.λπ.) και γ) το σύγχρονο θέατρο (Μπρεχτ, Ντύρρενματ, Φρις κ.λπ.);

Ικανοποιημένος πρέπει να είμαι, γιατί χωρίς μετριοφροσύνη πολύ μου πέφτει κι’ αυτό που κατάφερα με μόχθο και αγώνα, να γίνω δηλαδή καλύτερος από τον εαυτό μου όσο για την τέχνη του θεάτρου και να μείνω Έλληνας. Το πώς αντιμετώπισα και σαν ηθοποιός και σαν σκηνοθέτης το αρχαίο δράμα και τον Σαίξπηρ ή τους λεγόμενους νεοκλασικούς Ίψεν, Στρίντμπεργκ κ.λπ. ή τους σύγχρονους Ο’Νηλ, Μπρεχτ, Ντύρρενματ κ.λπ., τα γράφω εκτεταμένα στο βιβλίο μου «Εμπειρική θεατρική παιδεία», και βέβαια σε μια συνέντευξη όπως αυτή δεν θα ήταν καν δυνατόν να συγκεφαλαιώσω ούτε τις εμπειρίες μου ούτε τις απόψεις μου. Περιορίζομαι μόνον να σας παραπέμψω σε μια-δυο παραγράφους από τον πρόλογο αυτού του βιβλίου, που μαρτυρούν κάπως το γενικό νόημα της καλλιτεχνικής μου αντίληψης: «Η δραματική λειτουργία δεν ρυθμίζεται μόνον από ιστορικές συνθήκες, μα, κατά πολύ, από εσωτερική διεργασία. Ο ιστορικός παράγοντας μέσα στον διηνεκή χρόνο, στον πνευματικό δηλαδή, αποβαίνει ανιστορικός, στη δε μεταφυσική του βάση υπεριστορικός. Η τραγική ποίηση, καθώς και κάθε γνήσια θεατρική έκφραση, δεν γίνεται αλλοιώνοντας τη μορφή της με σκηνοθετικούς βιασμούς και ακρωτηριασμούς να κατέβη σώνει και καλά στην αισθητικότητα της εποχής μας, για χάρη αχρείαστου μοντερνισμού ή παιδικής ανατομικής μανίας. Η κάθε εποχή χρωστάει να δημιουργή τα δικά της έργα που την εκφράζουν κι’ όχι από ανέχεια να παραμορφώνη τα δημιουργημένα από παλαιότερες γενεές. Η καλλιτεχνική ηθική μας τάση απέναντι στο έντεχνο αριστούργημα κάθε καιρού οφείλει να μας πλησιάζη βαθμιαία, με κόπο, φροντίδα και γνώση, όσο μπορεί περισσότερο στην αρχική του φυσιογνωμία, για να μη χάνεται ολότελα η όψη, το οργανικό συμπλήρωμα, η αισθητική του λειτουργία.

 

Εμείς βλέπουμε την τέχνη του θεάτρου στο συμπαντικό ποιητικό της μέγεθος, χωρίς φυσικά ν’ αποξεχνούμε τον εποικοδομητικό ρόλο του σύγχρονου καλλιτεχνικού θεάτρου στον κοινωνικό και ψυχολογικό τομέα που το οδήγησε το ιστορικό μας πεπρωμένο, δηλαδή η εξωτερική σκοπιμότητα, οι ανάγκες του καθημερινού βίου και συνακόλουθα οι εποχικές αισθητικές μας προτιμήσεις».

Ανικανοποίητος δικαιούμαι να είμαι από τη δουλειά μου τόσων ετών μόνο από τον λόγο πως, αυτό που έκανα, αν ήταν να το ξανακάνω, θα το έκανα καλύτερα. Αλλά και πάλι αμφιβάλλω, αφού το ξέρω για σίγουρο πως αυτό που κατορθώνει ο ενθουσιασμός, η έμπνευση και η ανθρώπινη συνείδηση, δεν το πετυχαίνει σχεδόν η πείρα ή η σοφία. Εκτός αν η ποίηση δεν έχει στερέψει εντός μας, οπότε η ωριμότητα έχει τον παλμό της νεότητας χωρίς την επιπολαιότητά της.

 

Ο Μινωτής και η Παξινού στα χρόνια του Χόλιγουντ, το 1944 (πηγή: «Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 14.12.1973, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»)

— Τι σημαίνει για σας «θέατρο», ποιοι είναι σήμερα οι στόχοι σας;

Το τι σημαίνει για μένα το θέατρο, σας το είπα ήδη μέσες-άκρες. Στόχους πια δεν έχω, παρεκτός αν στα χρόνια που μου μένουν να ζήσω καταφέρω να μεταμορφώσω τη λύπη σε ενέργεια, να συγκεντρώσω τις φοβερές πνευματικές και φυσικές δυνάμεις που χρειάζονται για να ξαναπαίξω τους δυο γέροντες αγίους του μεγάλου τραγικού θεάτρου, τον Οιδίποδα στον Κολωνό και τον Βασιλιά Ληρ. Θα ήθελα να τελειώσω όπως αυτοί, σε μικρογραφία φυσικά, μα ξοδεμένος ολότελα, έρμος γυμνήτης, παραδομένος στον θυμό και στην ευλογία του θεού.

 

«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 14.12.1973, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

[…]

— Και μια τελευταία ερώτηση, κ. Μινωτή: Τι είναι για σας η σύγχρονη Ελλάδα; Σας κάνω το ερώτημα, γιατί ωρισμένοι γνωστοί Έλληνες πνευματικοί άνθρωποι, όπως ο συνθέτης Ξενάκης ή ο φιλόσοφος Κώστας Αξελός, αποφαίνονται ότι «ο πολιτισμός και η σκέψη απουσιάζουν από τη σημερινή Ελλάδα». 

Δεν συμφωνώ με τον Γιάννη Ξενάκη και τον Αξελό. «Ο πολιτισμός και η σκέψη απουσιάζουν από τη σημερινή Ελλάδα» γιατί η Ελλάδα ξέχασε τον εαυτό της. Ξέχασε το «πάρεξ ελευθερία και γλώσσα» του Διονυσίου Σολωμού και έγινε φραγκολεβαντίνα. Πάει να κόψη σιγά-σιγά τις γόνιμες εθνικές της ρίζες και να μπολιάση το πνευματικό αγωνιστικό της δένδρο με ξεθυμασμένα παρακλάδια της Δυτικής παρακμής. Η Ελλάδα φτώχηνε στο άψε-σβήσε απ’ όταν άρχισε το εμπόριο του τουρισμού. Όμως ο Διονύσιος Σολωμός, οι Καβάφηδες και οι Καζαντζάκηδες την κρατούν ακόμα και πάντα στην κορυφή της σκέψης και του πολιτισμού. Η Ελλάδα, παρά τις ολέθριες δικές της κακοδαιμονίες και την κακομεταχείρισή της από δεξιά κι’ αριστερά του κόσμου, υπάρχει από πάντα με τα πνευματικά της πεπρωμένα ολόφωτη, έστω και ερήμην των κατοίκων της και παρά κάθε κριτική των φραγκεμένων επιγόνων της. Η Ελλάδα στην ουσία της είναι πνεύμα έτσι την έπλασε ο θεός, και το πνεύμα δεν χάνεται. Σήμερα περνά από μία δύσκολη φάση. Ελπίζουμε πως θα περάση και γρήγορα. Εδώ γλυτώσαμε από 400 χρόνια τουρκοκρατία και θα φοβηθούμε τώρα την κοινωνιολογία και τον ιντελεκτουαλισμό; Δεν μπορώ να το πιστέψω.

*Αποσπάσματα από μακροσκελή συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο Αλέξης Μινωτής στο δημοσιογράφο (καλλιτεχνικό συντάκτη) Γιώργο Πηλιχό (1929-2003). Η συνέντευξη, αφιερωμένη στη μνήμη της Κατίνας Παξινού (ο Μινωτής και η Παξινού, που απεβίωσε το Φεβρουάριο του 1973, υπήρξαν αχώριστοι στη ζωή και στην τέχνη επί 40 και πλέον χρόνια), έφερε τον τίτλο «Ο Μινωτής τα λέει έξω απ’ τα δόντια» και είχε δημοσιευτεί στον «Ταχυδρόμο» της 14ης Δεκεμβρίου 1973.

 

Ο Αλέξης Μινωτής, εξέχουσα προσωπικότητα του νεοελληνικού θεάτρου, απεβίωσε πλήρης ημερών στις 11 Νοεμβρίου 1990.

 

Ο γεννημένος στα Χανιά —στο έμπα του περασμένου αιώνα— Μινωτής υπήρξε ένας ακάματος εργάτης του θεάτρου, με κύρια χαρακτηριστικά του το ήθος, τη βαθιά καλλιέργεια και το δημιουργικό δαιμόνιο.

 

Ερμήνευσε με παλμό αλλά και ποιητικό ρεαλισμό τους σπουδαιότερους ρόλους από ολόκληρο το δραματολόγιο της ιστορίας του θεάτρου, από το αρχαίο δράμα έως τα πλέον σύγχρονα έργα.

Πέραν της ηθοποιίας, ο Μινωτής υπήρξε ένας σκηνοθέτης εγνωσμένης αξίας, με ιδιαίτερη ικανότητα στην οργάνωση του ρεπερτορίου, στην επιλογή έργων και ρόλων.

ΠΗΓΗ ΙΝ.GR

 

 

 

Ενημερωτικά δελτία

Ενημερωθείτε άμεσα από την εφημερίδα μας για τις τελευταίες ειδήσεις μέσα από την ηλεκτρονική σας διεύθυνση.