ΤΟ ΜΥΘΙΚΟ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟ ΣΥΜΠΑΝ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ
Γράφει o
Λεωνίδας Κωστόπουλος*
“Όπου και να σας βρίσκει
το κακό αδελφοί,
όπου και να θολώνει ο νους σας
μνημονεύετε
Διονύσιο Σολωμό
και μνημονεύετε
Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη”.
(Ο. Ελύτης, στο “Άξιον Εστί“).
Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, γνωστός κι ως “ο άγιος των ελληνικών γραμμάτων”, ή “ο κοσμοκαλόγερος” και η “κορυφή των κορυφών“ κατά τον Καβάφη, γεννήθηκε στη Σκιάθο το 1851 και πέθανε το το 1911 σε ηλικία 60 ετών. Το οικογενειακό περιβάλλον αυστηρό, θρησκευτικό. Ο πατέρας του ήταν ιερέας του νησιού, στο οποίο επικρατούσε ήδη από τον 18ο αι. η εκκλησιαστική παράδοση των “Κολλυβάδων“, στον αντίποδα των Ευρωπαϊστών, των επηρεασμένων από τις αρχές του Εγκυκλοπαιδισμού και του Διαφωτισμού. Η μητέρα του καταγόταν από αρχοντική οικογένεια του Μυστρά. Ο Παπαδιαμάντης μεγάλα διαστήματα της ζωής του τα πέρασε στην Αθήνα, ανάμεσα στους ταπεινούς συσσωρευμένους πληθυσμούς, όπου αισθανόταν μεγαλύτερη ασφάλεια, έξω από τους λογοτεχνικούς κύκλους της πρωτεύουσας. Όμως, η επίμονη στον Παπαδιαμάντη, παρουσία ενός ανέπαφου κόσμου, γεμάτη απλότητα και πίστη, όπου η αφέλεια ή η απλοϊκή ζωή κατέχουν ιδιάζουσα θέση, κάθε άλλο παρά αποδεικνύουν έναν απλουστευμένο τρόπο αντιμετώπισης της ζωής. Συχνά μοιράζεται τα πενιχρά του εισοδήματα με τους φτωχούς της γειτονιάς.
Από νωρίς τον ελκύει η συγγραφή και η μεταφραστική εργασία. Έμαθε μόνος του αγγλικά και γαλλικά και μελέτησε ξένη λογοτεχνία. Συνεργάζεται με εφημερίδες και περιοδικά της εποχής του και παράλληλα εργάζεται ως ιεροψάλτης και τυπικάρης στον Άγιο Ελισσαίο στο Μοναστηράκι, όπου συμψάλλει συχνά μαζί του ο αχώριστος φίλος και σύντροφος, ο ξάδερφός του Αλέξανδρος Μωραϊτίδης.
Οι απογοητεύσεις και οι κακοτυχίες τον συντροφεύουν σε όλη του τη ζωή. Η διαρκής ανέχεια, η πολύωρη εξαντλητική και ελάχιστα αμειβόμενη πνευματική εργασία και η ανεκπλήρωτη επιθυμία του να δει τυπωμένα τα βιβλία του, είναι στοιχεία που επιβαρύνουν τη φιλόμοχθη ιδιοσυστασία του. Ωστόσο, διατήρησε πάντα την ηρεμία και την αξιοπρέπεια του.
Στους μετέπειτα χρόνους όσο και στην εποχή του, πολλοί τον παρομοίασαν με τον Ντοστογιέφσκι. Οι ήρωές του απλοί, ταπεινοί, γραφικοί, βασανισμένοι, γίνονται οι πυρήνες των δραματικών συγκρούσεών τους με τη ζωή. Περιγράφει μαγεμένος, ξανά και ξανά, έναν προσωπικό βιωματικό κόσμο, βλέποντάς τον από μια μόνο οπτική γωνία. Είναι η οπτική γωνία της παιδικότητας, όπως την πλάθει, όμως, ένας ενήλικας. Επιλέγει θραύσματα αναμνήσεων και τα ενώνει με τη βοήθεια ενός προσωπικού εκφραστικού οργάνου, σε άπειρες παραλλαγές, για να στήσει σκηνικά, στα οποία παίζει σχεδόν πάντα ο ίδιος ηθοποιός.
Αυθεντικός εκφραστής της νεοελληνικής φυσιογνωμίας, με τις βυζαντινές, χριστιανικές, κοινωνικές και γεωγραφικές καταβολές της. Παρουσιάζεται ως λάτρης της φύσης, λυρικός και ευαίσθητος, συγκαταβατικός παρατηρητής του εαυτού του και των άλλων, οξυδερκής, γλωσσοπλάστης και μάστορας της περιγραφής.
Θεωρείται ηθογράφος που δεν ηθικολογεί, αλλά παριστά τους ανθρώπους και τη φύση γυμνούς, άδολους ακόμη και μέσα στη μικρότητά τους.
Η καθαρεύουσα που χρησιμοποιεί σπάνια γίνεται δυσνόητη, γιατί διαπνέεται από τον κραδασμό και τη θέρμη του πλέον ευσυγκίνητου ανθρωπισμού. Οι κόσμοι του είναι θελκτικοί. Συνυπάρχει αρμονικά ο συμβολισμός με την πραγματικότητα. Η πάλη του καλού με το δαιμονικό και το μεταφυσικά κακό, μια διηνεκής πάλη, ανάμεσα στο Θεό και στο δαίμονα. Μετατρέπει το μικρό, το ευτελές και το ασήμαντο της φύσης και του ανθρώπου σε υψηλή λογοτεχνία.
Το συναίσθημα της ματαιότητας και του οικτιρμού δίνει στο έργο του Παπαδιαμάντη τη μεγαλύτερή του ανθρώπινη ουσία. Η αδυναμία αντίδρασης στη μοίρα δικαιώνει τον άνθρωπο μέσα σε έναν ανώτερο κόσμο συγγνώμης και ελέους. Έτσι ούτε το καλό αμείβεται, ούτε το κακό τιμωρείται, γιατί δεν υπάρχει, κατά βάθος, ούτε καλό, ούτε κακό. Μόνο ο Θεός ξέρει. Ο Παπαδιαμάντης τοποθετείται μέσα στην αιωνιότητα ως φιλόσοφος και βλέπει γύρω του πλάσματα, τα: < σκιάς ασθενέστερα και ονείρου απατηλότερα >, να περνάνε μια στιγμή με το φύσημα του ανέμου και να διαλύονται για πάντα σαν καπνοί, χωρίς να ξέρουν από από που έρχονται και που πάνε, χωρίς να καταλαβαίνουν ούτε τι είναι, ούτε τι κάνουν.
Ο παράδεισος του Παπαδιαμάντη δεν είναι μια θρησκευτική φαινάκη. Είναι παρουσία ιστορική του παρόντος χρόνου και του μέλλοντος αιώνος. Το θέμα της αμαρτίας ως απώλειας της οδού, της μετάνοιας ως διαρκούς οδοιπορίας και της σωτηρίας ως ένταξης στο σώμα της κοινότητας, διατρέχει όλο σχεδόν το έργο του.
Στη “Φόνισσα“, η αμαρτία ξεκινάει από όσα φορτώνουν στην ηρωίδα το περιβάλλον που την γεννάει και την ανατρέφει, το “προικιό” της, και αναπτύσσεται με την υπερύψωσή της σε: “νομοθέτη- δικαστή - εκτελεστή”.
Η εκτροπή χαρακτηρίζεται ως “ψήλωμα του νου“, αρνείται την ένταξη στη κοινότητα, γίνεται ιδρυτής θρησκείας, καταγγέλλει την κοινωνική αδικία.
Προβάλλει ήρωες με θετικό ή αρνητικό πρόσημο, πάντα όμως, σε σχέση με την ταυτότητα ενός λαού που λειτουργεί ως κοινότητα αρχών και σχέσεων. Στα αθηναϊκά του διηγήματα θα καταγγείλει την εκτροπή των ανθρώπων του τόπου του, από αρχές που συγκροτούν σώμα λαού. Αποστρέφεται την πλουτοκρατία. “Η πλουτοκρατία είναι και θα είναι ο μόνιμος άρχων του κόσμου, ο διαρκής Αντίχριστος. Αθτή γεννά την αδικίαν, αύτη τρέφει την κακουργίαν, αύτη φθείρει σώματα και ψυχάς. Αύτη παράγει την κοινωνική σηπεδόνα. Αύτη καταστρέφει κοινωνίας νεοπαγείς”. Η πολεμική κατά του αστικού κόσμου δεν λείπει ούτε καν από το διήγημα
“Βαρδιάνος στα σπόρκα“ (1893), που φωτίζεται ολόκληρο από έναν απλό ανθρωπιστικό τόνο.
Στο έργο του Παπαδιαμάντη, η ατομικότητα του “εγώ“ θυσιάζεται, γιατί κέντρο του μυθικού του σύμπαντος είναι ο συνάνθρωπος. Αυτή η πράξη είναι νίκη της ζωής και συντριβή του θανάτου. Το έργο του πηγάζει άμεσα από το πολιτισμικό παρελθόν του ελληνισμού. Ο Βαλέτας παρατηρεί: < Με τη σοφία του και την αρετή του κράτησε ψηλά, σαν ιεροφάντης, το δισκοπότηρο της τέχνης, παραμερίζοντας με την ολιγάρκεια και τον ασκητισμό, τη φτώχεια και την αδιαφορία της εποχής του.
Η ειλικρίνεια, σαν βασική ρίζα όλης της καλλιτεχνικής και βιοτικής του εκδήλωσης, τον έφερε κοντά στη ζωή, κοντά στη ζωή, κοντά στους ταπεινούς και αγνούς ανθρώπους του λαού, κοντά στα δράματα και στα ειδύλλια, μέσα στις βαθύτερες πηγές της ελληνικότητας, τόσο στη φυσική όσο και στην ψυχική εκδήλωση. Η ειλικρίνεια, αρετή και προνόμιο των μεγάλων, αυτή είναι που κρατάει την πρωτοτυπία και τον βάζει στον αγώνα της κυριολεξίας και της απλότητας, τις δύο πηγές του ύφους του“.
Όπως στοχαστικά επισημαίνει ο Λορεντζάτος, το μήνυμα του παπαδιαμαντικού έργου είναι η ορθόδοξη παράδοση της χριστιανοσύνης, ο απαρασάλευτος άξονας γύρω από τον οποίο ταλανίζεται γόνιμα ή μάταια, εξαρτάται, “ο πολύβουος στρόβιλος της ζωής“.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Αθανασιάδης Τ. - Ζώρας Γ., Πανόραμα του Ελληνικού Διηγήματος, Αθήνα, 2001.
2. Βάρναλης Κ., Αισθητικά- Κριτικά, Αθήνα, 1951.
3. Δημαράς Κ.Θ., Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα, 1983.
4. Μαυρόπουλος Δ., Ο Παπαδιαμάντης και η ταυτότητα του γένους, Αθήνα, 2020.
5. Μπαστιάς Κ., Ο Παπαδιαμάντης, Αθήνα, 1962.
6. Vitti M., Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα, 1987.
* Ο Λεωνίδας Κωστόπουλος, σπουδάζει Ελληνικό Πολιτισμό στο Ε.Α.Π.