Στέγαση στην Ελλάδα: Ένα είδος πολυτελείας
Γράφει η Σοφία Προβοπούλου
Η χώρα μας, αλλά και όλη η Ευρώπη, έχει αντιμετωπίσει πολλές κρίσεις την τελευταία δεκαπενταετία. Η οικονομική κρίση, η υγειονομική, η ακρίβεια είναι κάποιες από αυτές. Μία κρίση, όμως, η οποία δεν έχει λάβει τις διαστάσεις που της αρμόζει στον δημόσιο διάλογο, είναι η στεγαστική.
Η στεγαστική κρίση αφορά στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν πολίτες της χώρας μας να ανταπεξέλθουν στο υψηλό κόστος στέγασης. Απαραίτητο είναι να διευκρινιστεί πως, όταν αναφερόμαστε στο κόστος στέγασης, εννοούμε το ενοίκιο, τα κοινόχρηστα και τους λογαριασμούς ΔΕΚΟ.
Αρχικά, αξίζει να σημειώσουμε με συντομία την κατάσταση που επικρατεί στην Ευρώπη. Στοιχεία της Eurostat δείχνουν πως 20 εκατ. άνθρωποι στη γηραιά ήπειρο αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα στέγασης. Η Ομοσπονδία Εθνικών Οργανώσεων για τους Αστέγους (FEANTSA) αναφέρει ότι περίπου 1 εκατ. άνθρωποι στην Ευρώπη είναι άστεγοι.
Ως άστεγοι δεν νοούνται μόνον όσοι ζουν στους δρόμους, αλλά και όσοι φιλοξενούνται προσωρινά σε δομές ή ακόμη και σε σπίτια συγγενών, ενώ ένας διευρυμένος ορισμός περιλαμβάνει και όσους αναγκάζονται να ζουν σε υποβαθμισμένες συνθήκες όσον αφορά την ύδρευση, τη θέρμανση ή την ηλεκτροδότηση της στέγης. Ακόμη, σύμφωνα με μελέτη του Ευρωβαρομέτρου (2022), πάνω από το 20% των νέων Ευρωπαίων (25- 34 ετών) αναφέρουν πως το πρόβλημα της στέγης είναι μία από τις δύο μεγαλύτερες ανησυχίες τους.
Άρα, είναι φανερό πως η Ευρώπη αντιμετωπίζει στεγαστικό πρόβλημα.
Τώρα, όσον αφορά στη χώρα μας, για να κατανοηθεί το μέγεθος της στεγαστικής κρίσης που αντιμετωπίζουμε, είναι ανάγκη να αναφερθούμε και πάλι σε στατιστικά στοιχεία.
Σύμφωνα με τη Eurostat (2023),το 74,2% των ενοικιαστών στη χώρα μας δαπανά άνω του 40% του εισοδήματος για το κόστος στέγασης, όταν ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 21,2%. Ακόμη, το 36,9% των συμπολιτών μας, είτε οφείλουν δόση στεγαστικού δανείου είτε ενοίκιο είτε λογαριασμούς ΔΕΚΟ. Η αύξηση των ενοικίων είναι ραγδαία, αφού από το 2018 έως το 2022, η αύξηση των ενοικίων κυμάνθηκε από 37,2% έως και 42,1% για κατοικίες κατάλληλες για οικογένειες και κατά 51% για κατοικίες στην πρωτεύουσα που είναι κατάλληλες για φοιτητές.
Άρα, αντιλαμβανόμαστε πως είμαστε πρωταθλητές Ευρώπης στο ζήτημα της στεγαστικής κρίσης με μεγάλη διαφορά και μάλιστα για 6η συνεχόμενη χρονιά. Για να αντιληφθούμε το μέγεθος του προβλήματος που αντιμετωπίζουμε ως χώρα, αξίζει να αναφερθεί πως το 2023 η Ελλάδα βρέθηκε στην προτελευταία θέση σε ό, τι αφορά στον δείκτη του κατά κεφαλήν ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. Άρα, είμαστε από τους φτωχότερους στην Ευρώπη με το υψηλότερο κόστος στέγασης με διαφορά από τα υπόλοιπα Ευρωπαϊκά κράτη.
Η στεγαστική κρίση έχει πολλές επιπτώσεις στην κοινωνία.
Ένας νέος άνθρωπος που αμείβεται με βασικό μισθό και πληρώνει υψηλό ενοίκιο, είναι δύσκολο να ζήσει μόνος του και να καλύψει τα έξοδά του, τη στιγμή που, εκτός από τη στέγη, πρέπει να ανταπεξέλθει και σε άλλες ανάγκες, όπως τροφή, μετακίνηση και ψυχαγωγία.
Αυτή η κατάσταση, προφανώς, δεν επιτρέπει στους νέους να ανεξαρτητοποιηθούν από την οικογένεια. Αυτό αποδεικνύεται και από τα ποσοστά της Eurostat, σύμφωνα με τα οποία, το 71,9% των Ελλήνων- ηλικίας 18 έως 34 ετών- διαμένουν στο παιδικό τους δωμάτιο (2η στην Ευρώπη). Η μη ανεξαρτητοποίηση οδηγεί σε προβλήματα στην προσωπική ζωή του ανθρώπου και στη δημιουργία συναισθημάτων άγχους και ανασφάλειας, καθώς όταν δεν στηριζόμαστε στις δικές μας δυνάμεις αλλά σε άλλους, το μέλλον είναι αβέβαιο.
Έπειτα, πώς θα μπορέσει κάποιος που δεν μπορεί να καλύψει τα έξοδα στέγασής του, να ασχοληθεί με την ανάπτυξη της προσωπικότητάς του και να επιδοθεί σε δραστηριότητες που θα γεμίσουν τη ζωή του; Αυτό, πέρα από την επιβάρυνση της ψυχοσύνθεσης ενός ανθρώπου, έχει φυσικά τεράστιες οικονομικές επιπτώσεις στις πολιτιστικές υπηρεσίες της χώρας.
Και φυσικά η πιο μεγάλη επίπτωση προκαλείται στο δημογραφικό. Ένας άνθρωπος, κάτω από αυτές τις συνθήκες, δεν παίρνει εύκολα την απόφαση να δημιουργήσει οικογένεια. Και αυτό είναι απολύτως λογικό. Όταν δεν μπορούμε να συντηρήσουμε τους εαυτούς μας, δεν αναλαμβάνουμε εύκολα την ευθύνη του μεγαλώματος ενός νέου ανθρώπου που έχει τις δικές του ανάγκες. Αυτό οδηγεί σιγά σιγά σε αφελληνισμό της πατρίδας μας.
Πώς μπορεί, όμως, να αντιμετωπιστεί το οξύ στεγαστικό πρόβλημα που έχει η χώρα μας;
Το πρόβλημα της στέγασης, αν και υπάρχει στην Ευρώπη, σε ορισμένες χώρες, όπως η Ελλάδα, είναι πολύ πιο έντονο κι αυτό οφείλεται στον χειρισμό του από την πολιτική εξουσία, η οποία απαξιώνει τη σοβαρότητα του ζητήματος.
Η χώρα μας το προηγούμενο διάστημα είχε και έχει ακόμη μία τεράστια ευκαιρία: Το Ταμείο Ανάκαμψης. Με τα χρήματα από το ταμείο δύναται να παρέμβει καθοριστικά και να δώσει τέλος στο στεγαστικό πρόβλημα, αλλά επέλεξε μέχρι τώρα να μην το κάνει, ενώ η αντιπολίτευση συνεχώς της τονίζει την αδήριτη ανάγκη παρέμβασης.
Η πιο ορθή λύση στο πρόβλημα της Στέγασης υποστηρίχθηκε σθεναρά από το ΠΑΣΟΚ και τον κ. Νίκο Ανδρουλάκη.
Το ΠΑΣΟΚ, από τότε που παρουσιάστηκε η ευκαιρία του Ταμείου Ανάκαμψης, τόνισε ότι η Ελλάδα πρέπει να εκμεταλλευτεί τα κεφάλαιά του για τη δημιουργία κοινωνικών κατοικιών, που δεν θα διατίθενται για ιδιοκατοίκηση, όπως στο παρελθόν, αλλά προς ενοικίαση και τα ενοίκια από τις κοινωνικές κατοικίες θα αξιοποιούνται από το κράτος για τη συντήρησή τους ή για τη λήψη άλλων μέτρων κοινωνικής πολιτικής.
Με τον τρόπο αυτό, θα δοθούν κοινωνικές κατοικίες με χαμηλά ενοίκια σε συμπολίτες μας που θα ανήκουν σε χαμηλότερα οικονομικά στρώματα και θα επιτευχθεί η μείωση ενοικίων, καθώς, λόγω των κοινωνικών κατοικιών, θα υπάρξει ανταγωνισμός στις τιμές.
Στην Ελλάδα της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη, προβλέφθηκε μόλις η ανακαίνιση 70 σπιτιών στην Αθήνα και 30 στη Θεσσαλονίκη.
Αξιοσημείωτο είναι πως από τους ευρωπαϊκούς πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, η Πορτογαλία δαπανά 2,7 δις. ευρώ, η Ισπανία 1 δις και η Ιταλία πάνω από μισό δις για κοινωνικές κατοικίες, με στόχο την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Η χώρα μας, όμως, που έχει, σύμφωνα με τα στοιχεία, το μεγαλύτερο στεγαστικό πρόβλημα στην Ευρώπη, εντάχθηκε στο Ταμείο Ανάκαμψης με 1,3 εκατομμύρια για τη στέγαση, έχοντας ως μόνο στόχο την ανακαίνιση 100 κατοικιών, ενώ χώρες, όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία εντάχθηκαν στο ίδιο ταμείο με πολύ περισσότερα χρήματα.
Η κυβέρνηση, δυστυχώς, δεν υιοθέτησε την πρόταση του ΠΑΣΟΚ, χωρίς προβολή σοβαρών αντεπιχειρημάτων, λόγω αλαζονικής συμπεριφοράς, παρ’ ότι στο ζήτημα της στέγασης το τρίτο κόμμα παρουσίασε πολύ σοβαρές προτάσεις.
Επίσης, το ΠΑΣΟΚ τόνισε, μεταξύ άλλων, την ανάγκη για άνοιγμα σπιτιών, δίνοντας κίνητρα σε ιδιοκτήτες για ανακαίνιση των κενών σπιτιών τους με προϋπόθεση να τα ενοικιάσουν σε χαμηλές τιμές. Η κυβέρνηση, πριν λίγο καιρό, ξεκίνησε ένα τέτοιο πρόγραμμα, το «Ανακαινίζω- Νοικιάζω», το οποίο ελπίζουμε να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης.
Ακόμη, αξίζει να γίνει αναφορά σε κάτι που τόνισε το ΠΑΣΟΚ και ο κ. Ανδρουλάκης στη Βουλή.
Η αύξηση των ενοικίων οφείλεται στη χαμηλή προσφορά και στην αυξημένη ζήτηση. Η Ελλάδα έχει υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης και την χαμηλή προσφορά την επέτεινε το πρόγραμμα golden visa (το δικαίωμα πολιτών τρίτων χωρών να αγοράζουν σπίτι στην Ελλάδα με αντάλλαγμα άδεια παραμονής 5 ετών). Αυτό το πρόγραμμα ξεκίνησε τα πρώτα χρόνια της οικονομικής κρίσης για την αντιμετώπιση της οικοδομικής κρίσης. Όμως, τώρα επιβαρύνει τη στεγαστική κρίση, καθώς αρκετοί πολίτες των τρίτων χωρών, παραχωρούν τα ακίνητα που αγοράζουν, κυρίως, σε τουρίστες μέσω της Airbnb με βραχυχρόνιες μισθώσεις, κάτι το οποίο μειώνει την προσφορά για τους Έλληνες, με συνέπεια να αυξάνονται τα ενοίκια.
Με τροπολογία που πέρασε πριν λίγο καιρό, το πρόγραμμα Golden Visa περιορίστηκε και η διάθεση των ακινήτων αυτών με βραχυχρόνιες μισθώσεις απαγορεύεται. Όμως, αυτό ισχύει για τα ακίνητα που θα αγοράζονται από εδώ και στο εξής κι όχι αναδρομικά και καθολικά. Θετική ρύθμιση αλλά έπρεπε να έχει γίνει εδώ και πολύ καιρό.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει επιλέξει να μην επενδύσει όσο χρειάζεται στη στέγαση. Πέταξε μία μεγάλη ευκαιρία- την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης- δείχνοντας πως το στεγαστικό το βάζει σε δεύτερη μοίρα και αφήνει την αγορά παντελώς ελεύθερη με τα ενοίκια να εκτοξεύονται. Απαξίωσε το ζήτημα και διάλεξε συνειδητά να μην βοηθήσει τους πολίτες να λύσουν το βασικό τους πρόβλημα και παράλληλα να λύσει και πολλά παρεπόμενα προβλήματα που προκαλούνται εξαιτίας της στεγαστικής κρίσης.
Ειρωνεία από την πλευρά της κυβέρνησης αποτελεί το γεγονός πως δημιούργησε υπουργείο οικογένειας, τη στιγμή που εδώ και 5 χρόνια, δεν κάνει καμία προσπάθεια να επιλύσει το κύριο πρόβλημα της ελληνικής οικογένειας.
Από το 2018 έως το 2022, τα ενοίκια έχουν αυξηθεί περίπου κατά 50%. Δεν αναρωτιέται η κυβέρνηση, πώς θα μπορέσουν οι οικογένειες να τα βγάλουν πέρα; Πώς οι γονείς θα σπουδάσουν τα παιδιά τους; Με τη ραγδαία αύξηση των ενοικίων, τα επιδόματα δεν βοηθάνε σημαντικά, πόσο μάλλον το φοιτητικό στεγαστικό επίδομα, του οποίου τα κριτήρια είναι άδικα.
Για τον καθορισμό των δικαιούχων, βασικό κριτήριο αποτελεί το εμβαδόν της συνολικής ακίνητης περιουσίας. Όμως, το κριτήριο αυτό (υπολογισμός τετραγωνικών) είναι μόνο ποσοτικό, ενώ θα έπρεπε να είναι κατεξοχήν ποιοτικό. Είναι διαφορετικό να έχεις 200 τετραγωνικά στη Λαμία και διαφορετικό να τα έχεις στο Κολωνάκι.
Είναι, λοιπόν, προφανές ότι η στέγαση αποτελεί ένα ακανθώδες πρόβλημα στην Ελλάδα με σοβαρές επιπτώσεις σε πολλούς τομείς, από την ποιότητα ζωής των ανθρώπων και την ψυχολογία έως και το δημογραφικό. Η πολιτεία πρέπει να λάβει άμεσα μέτρα και να προχωρήσει στη δημιουργία κοινωνικών κατοικιών με ευρωπαϊκούς πόρους. Απαιτείται σχέδιο που θα αντιμετωπίζει το πρόβλημα ουσιαστικά. Δεν αρκούν τα πρόσκαιρα μέτρα (επιδόματα). Η στέγαση είναι θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα και δεν είναι δυνατόν να μετατρέπεται σε είδος πολυτελείας!