Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

Βρέθηκε ο τάφος της θρυλικής Μαντάμ Ορτάνς

Στην Ιεράπετρα της Κρήτης βρέθηκε ο τάφος της Γαλλίδας ιερόδουλης, Μαντάμ Ορτάνς, που λίγο πριν πεθάνει πολιτογραφήθηκε στην Κρήτη. Ο Ευθύμης Λεκάκης είχε υποσχεθεί ότι θα ψάξει και θα βρει τον τάφο της θρυλικής Μαντάμ Ορτάνς, η οποία έγινε γνωστή από τη λογοτεχνία και την πραγματική της ιστορία, και το κατάφερε. Ο δικηγόρος αποκάλυψε ότι η τοποθεσία του τάφου της είναι στην Κρήτη και συγκεκριμένα στο Δημοτικό Νεκροταφείο της Ιεράπετρας.

 
 
 
 
 
 
 

Ποια ήταν η μαντάμ Ορτάνς

Η μαντάμ Ορτάνς προσέφερε ερωτικές υπηρεσίες με αμοιβή, γεύτηκε τον καρπό της αμαρτίας, μα βλέποντας καθαρά την ανθρώπινη της πλευρά, συναντά κανείς μια γυναίκα με αξιοπρέπεια, που ήξερε την αξία της αγάπης και δε ζούσε χωρίς αυτή. Η ζωή της απασχόλησε πολλούς και κάποιοι συγγραφείς και ποιητές την ιστόρησαν. Πρωτοεμφανίστηκε στο έργο του Παντελή Πρεβελάκη “Χρονικό μιας Πολιτείας” (1938), στον “Βίο και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά” του Νίκου Καζαντζάκη (1941-1943) η ύπαρξη της Όρτανς είναι καθοριστική και η πρώτη του έκδοση μάλιστα βραβεύτηκε το 1954 ως το καλύτερο ξένο βιβλίο στη Γαλλία με το βραβείο “Prix du Meilleur Livre Etranger”, ενώ το 1964 μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Μιχάλη Κακογιάννη, με τίτλο “Zorba the Greek”, ταινία που έμελλε να γίνει γνωστή παγκοσμίως.

Η μαντάμ Ορτάνς γεννήθηκε στη Γαλλία το 1863 και ήρθε στα Χανιά της Κρήτης στα 34 της χρόνια, τότε δηλαδή που κατέπλεαν οι στόλοι των Μεγάλων Δυνάμεων. Η Κρήτη τότε ναι μεν είχε αυτονομηθεί, αλλά ήταν υπό την κυριαρχία των Τούρκων, γι’ αυτό και ελεγχόταν από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Η μαντάμ Ορτάνς είχε αφήσει πίσω της το Παρίσι την περίοδο που κατασκευαζόταν ο Πύργος του Άιφελ και το Παρίσι γενικά είχε ξεκινήσει να αναγεννάτε. Είχε λάβει τηλεγράφημα από τον αγαπημένο της ναύαρχο Ζωρζ Ποτιέ και της ζητούσε να μετακομίσει στα Χανιά μαζί με τα κορίτσια που είχε στον οίκο της.

Την περίοδο αυτή στο Παρίσι η Αδελίνα Γκιτάρ ή μαντάμ Ορτάνς, όπως τη γνώριζαν όλοι με το καλλιτεχνικό της όνομα, είχε οίκο ανοχής σ’ ένα εξαιρετικό από αρχιτεκτονικής άποψης κτήριο του Παρισιού και μάλιστα επιμελημένο με υψηλό γούστο. Εκεί είχε συγκεντρώσει κορίτσια που δεν τα θαύμαζε κάποιος μόνο από την εξωτερική τους εμφάνιση, ήταν καλλιεργημένα και μπορούσαν να συνδιαλέγονται με ανθρώπους της υψηλής κοινωνίας και ξεχωριστές προσωπικότητες, όπως καλλιτέχνες και πολιτικούς, γι’ αυτό και συγκέντρωνε εκλεκτή πελατεία. Παρά ταύτα, όμως, η μαντάμ Ορτάνς αποδέχτηκε την πρόταση του ναυάρχου Ζωρζ Ποτιέ. Πήρε την απόφαση να τα αφήσει όλα πίσω και να μετακομίσει με τα κορίτσια της, χορεύτριες και τραγουδίστριες, στα Χανιά της Κρήτης.

Η ομορφιά της μαντάμ Ορτάνς

Η υποδοχή τους στο λιμάνι των Χανίων ήταν θερμή. Εκεί τις περίμενε ο Γάλλος ναύαρχος Ποτιέ, παρέα με άλλους αξιωματικούς και άνδρες από τα πολεμικά πλοία που έσπευσαν όλοι μαζί για να τις υποδεχτούν. Ο Ποτιέ είχε φροντίσει τον χώρο φιλοξενίας τους, ήταν ένα διώροφο κτήριο στο κέντρο της πόλης των Χανίων απέναντι από τη Δημοτική Αγορά, “Λόντον Μπαρ” λεγόταν. Οι χοροί και τα τραγούδια τους, η φινέτσα της Όρτανς και ο αέρας της παριζιάνικης ζωής, που είχε μεταφερθεί στα Χανιά εξαιτίας τους, προσέλκυσαν πλήθος αξιωματικών των Συμμαχικών Δυνάμεων, αλλά και Χανιωτών.

Εκεί βελτιώθηκε αρκετά η οικονομική κατάσταση της μαντάμ Ορτάνς, μπήκε στον κύκλο της τότε κοινωνίας, αποκτώντας ολοένα και περισσότερους θαυμαστές. Η ομορφιά της, που ήταν και εσωτερική και εξωτερική, η ιδιαίτερη ευγένεια στη συμπεριφορά της, σε συνδυασμό με το ότι τραγουδούσε και χόρευε εντυπωσιακά, την έκαναν διάσημη και πολλοί ήταν αυτοί που πήγαιναν για να τη δουν να χορεύει καν-καν, επιδεικνύοντας τα καλλίγραμμα πόδια της. Έλεγαν μάλιστα ότι χόρευε και στο “Μουλέν Ρουζ”, επιβεβαιώνοντας έτσι ότι δεν ήταν τυχαίες οι εντυπωσιακές χορευτικές εμφανίσεις της στα Χανιά τον 19ο αιώνα.

Η παρουσία των “Προστάτιδων Δυνάμεων” στα Χανιά, οι εντολές από τους γενικούς προξένους και ο σκοπός τους να εδραιώσουν την ειρήνη μεταξύ χριστιανών και μωαμεθανών επέβαλαν τον πρίγκιπα Γεώργιο ως κυβερνήτη της Κρήτης και έτσι η παρουσία του πρίγκιπα, η παρουσία των Μεγάλων Δυνάμεων με Γενικά Προξενεία, η παρουσία των ξένων αξιωματικών και στρατιωτών, καθώς και η συμμετοχή τους σε γιορτές εντυπωσίαζαν τον ντόπιο πληθυσμό. Άρχισε ένας νέος τρόπος ζωής, μια χλιδή με ξένους εισαγωγείς, εταιρείες και μια πνευματική και καλλιτεχνική κίνηση που έφερε τη δημιουργία μεγάλων περιουσιών.

Η διαφυγή στη Σητεία

Στην αγκαλιά των ναυάρχων της Κρητικής Πολιτείας και μέσα στο αριστοκρατικό αυτό περιβάλλον, η Ορτάνς έζησε ό,τι λαχταρούσε η ψυχή της. Μετά όμως από την Επανάσταση του Θερίσου, από τα Χανιά βρέθηκε στη Σητεία και εκεί ξεκίνησαν οι πρώτες της οικονομικές δυσκολίες. Από το 1907 όλα άρχισαν να αλλάζουν, οι ξένες δυνάμεις αποχώρησαν από την Κρήτη, το ίδιο και τα κορίτσια που είχαν επισκεφτεί το νησί της Κρήτης για την ψυχαγωγία ξένων αξιωματικών αλλά και των απλών ναυτών. Τότε οι απλοί ναύτες συνήθιζαν να πηγαίνουν στη συνοικία της Σπλάντζιας στα Χανιά. Όλοι λοιπόν το 1907 άφησαν το νησί της Κρήτης και τους ανθρώπους του, η μαντάμ Ορτάνς όμως όχι.

Όταν ήταν μικρή, ονειρευόταν μακρινά ταξίδια. Μεγάλωσε στο κουρείο του πατέρα της κοντά στο λιμάνι της Τουλόν, λάτρευε τη θάλασσα και πολλές φορές πήγαινε και καθόταν κοντά της για να λουστεί τα κύματά της. Τώρα είχε βρει το νησί των ονείρων της στην Κρήτη και δεν μπορούσε να το εγκαταλείψει. Οι δυσκολίες της ζωής της πολλαπλασιάζονταν, η ίδια όμως επέμενε να ζει στο νησί.

Μετά από τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε στη Σητεία, η μαντάμ Ορτάνς πήγε το 1908 στον Άγιο Νικόλαο, όπου μαζί πλέον με τον σύζυγό της Χανιωτάκη άνοιξε ένα καφωδείο. Το καφωδείο ήταν κοντά στην προκυμαία της πόλης και το “έλουζαν” οι ήχοι της θάλασσας. Αυτή η επαγγελματική της δραστηριότητα ήταν επιτυχημένη, δυστυχώς όμως δεν κράτησε. Ο σταθμάρχης της πόλης αμφισβήτησε την ηθική της στάση μέσα στο καφωδείο, με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει όχι μόνο το καφωδείο, αλλά και την πόλη του Αγίου Νικολάου.

Η ζωή της εκεί ήταν σαν να είχε αλλάξει σελίδα και πάλι. Παντρεμένη πλέον με τον Χανιωτάκη, αφιερώνεται στην αγάπη της γι’ αυτόν και ασχολείται με τον νοικοκυριό, μέχρι που την εγκατέλειψε, παίρνοντας μαζί του ό,τι αξίας είχε στο σπίτι τους η Ορτάνς, όπως τα κοσμήματά της.

Το ξενοδοχείο “Η Γαλλία”, και η ζωή αφιερωμένη στις φιλανθρωπίες

Η μαντάμ Ορτάνς είχε τον τίτλο του υποπρόξενου της Γαλλίας, αλλά ήταν άμισθη, οπότε άνοιξε στην Ιεράπετρα ένα εστιατόριο για να καταφέρει να επιβιώσει. Εκεί δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά και ως ιδιοκτήτρια ξενοδοχείου, άνοιξε το ξενοδοχείο “Η Γαλλία”, αλλά και ένα ψιλικατζίδικο. Οι άνθρωποι της Ιεράπετρας την αγάπησαν και αναγνώρισαν το ότι το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της ήταν αφιερωμένο στις φιλανθρωπίες.

Ασχολήθηκε με όποιον έχει ανάγκη και όλοι μιλούσαν για την καλοσύνη της. Στα 75 της χρόνια είχε αρρωστήσει και, αν και καθολική, είχε ζητήσει έναν ιερέα για να εξομολογηθεί. Ο παπα-Μανόλης Τζαβολάκης ήταν αυτός που της έδωσε συγχώρεση λίγο πριν κλείσει τα μάτια της το 1938. Ήταν αυτός που ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με την ίδια όταν θέλησε να μιλήσει για τα αμαρτήματά της, την ερωτική της δραστηριότητα.

Η μαντάμ Ορτάνς είχε πολλούς θαυμαστές, αλλά και εραστές. Η ζωή της ήταν μια ατέλειωτη περιπέτεια και θυμίζει κάπως την ιστορία της Ροδώπις με καταγωγή από τη Θράκη. Την εταίρα της αρχαιότητας, που έζησε τον 6ο π.Χ. αιώνα και θεωρείται ότι ήταν η έμπνευση για τη βάση του παραμυθιού “Η Σταχτοπούτα”. Βέβαια, προς τιμήν της Ορτάνς δε φτιάχτηκε καμία πυραμίδα, αντιθέτως τα σπίτια που έζησε στην Κρήτη χρόνο με τον χρόνο βυθίζονται όλο και περισσότερο στο έδαφος.

Σώζεται όμως ακόμα η μνήμη της, παρότι έκλεισε τα μάτια της πριν από 86 χρόνια, διότι ήταν πάμπλουτη συναισθηματικά. Έζησε σε δύο πολυτάραχους αιώνες, τον 19ο και τον 20ό, και μάλιστα μια ζωή σαν παραμύθι. Μέσα από την πολυτέλεια και τις διασκεδάσεις κατόρθωσε να μείνει στη μνήμη όλων για την αγάπη που είχε για την Κρήτη, για την αγάπη που είχε μέσα της ως άνθρωπος για τον συνάνθρωπο, τα κέρδη της να μοιραζόταν με όποιον είχε ανάγκη.

 

Πηγή: alfavita.gr