Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

  Αριθμός Πιστοποίησης: Μ.Η.Τ. 242014

«Οι μάχες στη Μικρά Ασία το καλοκαίρι 1921»

Γράφει η Ευαγγελία Δημοπούλου,

Ιστορικός - Αρχαιολόγος

Οι θερινές επιχειρήσεις στο μικρασιατικό μέτωπο άρχισαν στις 25 Ιουνίου 1921. Το σχέδιο του ελληνικού επιτελείου της στρατιάς της Μ. Ασίας είχε ως απώτερο στόχο τη συντριβή των κεμαλικών δυνάμεων στην Κιουτάχεια, πόλη της βορειοδυτικής Τουρκίας. Το σχέδιο επίσης,  προέβλεπε την κατάληψη της σιδηροδρομικής γραμμής Κωνσταντινούπολης – Βαγδάτης από τον κόμβο του Εσκί Σεχίρ (Δορύλαιου), απ’ όπου ξεκινούσε η μοναδική σιδηροδρομική γραμμή προς την Άγκυρα, μέχρι τον κόμβο του Αφιόν Καραχισάρ (Ακροϊνού), όπου και κατέληγε η σιδηροδρομική γραμμή από τη Σμύρνη. Γενικότερα, το ελληνικό Επιτελείο είχε σχεδιάσει  κατά μέτωπον επίθεση στην Κιουτάχεια με προοπτική εγκλωβισμού των δυνάμεων του εχθρού.

Έτσι, στις 30 Ιουνίου του 1921, ο ελληνικός στρατός , συγκεκριμένα οι μεραρχίες που ήταν προωθημένες στον νότο, καταλαμβάνει την περιοχή του Αφιόν Καραχισάρ και κινείται προς τον βορρά. Στις 2 Ιουλίου 1921, ο ελληνικός στρατός και πιο συγκεκριμένα, το πρώτο σώμα στρατού, καταφέρνει να  διασπάσει τις τουρκικές αμυντικές γραμμές στην Κιουτάχεια, ενώ δυο μέρες μετά στις 4 Ιουλίου 1921, καταλαμβάνεται η Κιουτάχεια από το τρίτο σώμα στρατού με τη συνδρομή της ενάτης μεραρχίας.

Οι τουρκικές δυνάμεις αντεπιτίθενται, χωρίς όμως επιτυχία, αφού αντιμετωπίζονται  από το δεύτερο σώμα στρατού και στις 6 Ιουλίου του 1921, καταλαμβάνεται και το Εσκί Σεχίρ από το τρίτο σώμα στρατού. Έτσι, η ελληνική θερινή επίθεση ολοκληρώθηκε επιτυχώς με κατάληψη των στόχων, όπως είχαν προβλεφθεί από το επιτελικό σχέδιο, και μερική καταστροφή του τουρκικού στρατού.

Ωστόσο, ο στρατηγικός στόχος της οριστικής εκμηδένισης των κεμαλικών δυνάμεων δεν επιτυγχάνεται κάτι που αποτελεί σοβαρό σφάλμα της στρατιάς Μικράς Ασίας. Η διακοπή προώθησης των δυνάμεών της, δίνει τον απαραίτητο χρόνο στις τουρκικές δυνάμεις του Κεμάλ να ανασυνταχθούν, να ενισχυθούν και να οργανώσουν νέα αμυντική γραμμή δυτικά και νότια του Εσκί Σεχίρ, 300 χιλιόμετρα, ως τον ποταμό Σαγγάριο. Το δεύτερο σώμα στρατού επιχειρεί κυκλωτικό ελιγμό αλλά δεν τα καταφέρνει, καθώς εκτελεί την επιχείρηση με καθυστέρηση.



Στις 8 Ιουλίου του 1921, οι Τούρκοι επιχειρούν γενική αντεπίθεση με στόχο την ανακοπή της ελληνικής προέλασης και την καταστροφή των ελληνικών δυνάμεων. Παρά την έλλειψη συντονισμού από τη διοίκηση Μικράς Ασίας, οι ελληνικές δυνάμεις μάχονται ηρωικά και σθεναρά και όχι μόνο αποκρούουν την τουρκική αντεπίθεση, αλλά προκαλούν στους εχθρούς βαρύτατες απώλειες. Στις 9 Ιουλίου 1921, φτάνει καθυστερημένα επείγουσα διαταγή της διοίκησης της στρατιάς για καταδίωξη των Τούρκων που υποχωρούσαν. 

Σχεδόν οι μισές τουρκικές δυνάμεις καταστράφηκαν, με τους Τούρκους να είναι ηθικά καταπτοημένοι απαγκιστρώνονται και ανασυντάσσονται προς την Άγκυρα.

Παρά τις επιτυχίες του ελληνικού στρατού, η μη οριστική συντριβή των κεμαλικών δυνάμεων , είχε ως αποτέλεσμα να μην εξελιχθούν ευνοϊκά για τη χώρα μας τα γεγονότα στο μικρασιατικό μέτωπο. Τα κατορθώματα των Ελλήνων, προκάλεσαν παγκόσμια θαυμασμό, με τον Βρετανό πρωθυπουργό Lloyd George να δηλώνει στη Βουλή των Κοινοτήτων (25 Ιουλίου 1921), μεταξύ άλλων: «Τοιούτος λαός, οίος ο Ελληνικός, είναι άξιος εκτιμήσεως εκ μέρους πάσης χώρας. Ήγειρε δε κατά τις διεξαγομένας ήδη επιχειρήσεις το μεγαλύτερον μνημείον δόξης της ελληνικής φυλής».

Οι ήττες των Τούρκων, προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις στην Εθνοσυνέλευση της Άγκυρας,  ο Κεμάλ όμως κατάφερε να πείσει τους πληρεξούσιους ότι οι υποχρεωτικοί ελιγμοί των Τούρκων, θα ανάγκαζαν τους Έλληνες να επιμηκύνουν τις γραμμές επικοινωνίας τους, πράγμα που θα οδηγούσε τελικά στην τουρκική επικράτηση.

Στις 13 Ιουλίου 1921, ο Αρχιστράτηγος Παπούλας συγκάλεσε πολεμικό συμβούλιο στην Κιουτάχεια, με συμμετοχή του επιτελάρχη, Συνταγματάρχη Πάλλη, του Υπαρχηγού και διευθυντή του 3ου γραφείου Συνταγματάρχη Σαρηγιάννη και του διευθυντή του 4ου γραφείου ανεφοδιασμού και μεταφορών Αντισυνταγματάρχη Σπυρίδωνος.

Κεντρικό θέμα συζήτησης του συμβουλίου, ήταν οι επόμενες ενέργειες του ελληνικού  στρατού και αν θα έπρεπε να κινηθεί προς τα ανατολικά ή όχι. Στο συμβούλιο ακούστηκαν διαφορετικές απόψεις, αφού ο Σαρηγιάννης υποστήριζε ότι κάτι τέτοιο αποτελεί επιτακτική ανάγκη,  στον αντίποδα, ο Σπυρίδωνος θεωρούσε ότι θα υπάρχουν προβλήματα ανεφοδιασμού και η πορεία μέσα από την αφιλόξενη Αλμυρά Έρημο, θα είναι πολύ δύσκολη. Ο Πάλλης συμφωνεί με τον Σαρηγιάννη, ενώ ο Σπυρίδωνος παραθέτει στοιχεία που αποδεικνύουν το ανέφικτο του ανεφοδιασμού της Στρατιάς και υποβάλλει την παραίτησή του, που δεν γίνεται αποδεκτή.

 

Βιβλιογραφία

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, τ. ΙΕ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ
Δρ. Ιωάννης Παπαφλωράτος, «Η Ιστορία του Ελληνικού Στρατού (1833-1949), Τόμος Ι, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΑΚΚΟΥΛΑ, 2014
Ευχαριστούμε θερμά τον Δρα Ι. Παπαφλωράτο για την πολύτιμη βοήθειά του.
ΓΙΑΝΝΗΣ Κ. ΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΣ, «ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗΣ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑΣ»,ΕΚΔΟΣΕΙΣ HISTORICAL QUEST, 2019
ΚΩΣΤΑΣ Μ. ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΣ, «1992: Πώς φτάσαμε στην καταστροφή», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΠΟΝ, 2020
ΚΩΝ/ΝΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, «ΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΓΚΥΡΑ», Περιοδικό ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, τ. 288

 

 

Απόψεις

Μπορεί να είμαστε ελιτιστές ως έθνος. Μπορεί, βέβαια, να είμαστε απλώς απογοητευμένοι. «Διαλέξτε και πάρτε». Η ουσία, όμως, είναι ότι δεν υπάρχουν πολλές χώρες στον...