Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

  Αριθμός Πιστοποίησης: Μ.Η.Τ. 242014

Το Παλιόκαστρο της Λυγαριάς Λαμίας

Γράφει o Γεώργιος Καλλιώρας
Απόστρατος Αξιωματικός Π.Ν.
Συγγραφέας, Ερευνητής



Ανατολικά της Λυγαριάς Λαμίας στην θέση Παλιόκαστρο , υπάρχει ένα κατεστραμμένο πέτρινο κάστρο, γνωστό σαν το κάστρο της Λυγαριάς για τους ιστορικούς και σαν Παλιόκαστρο για τους ντόπιους. Το Παλιόκαστρο το 1974  τα τείχη του κάστρου ήταν ακόμη σε πολύ καλή κατάσταση, εκτός από την ανατολική πλευρά, η οποία ήταν τελείως κατεστραμμένη.

Όλη η περιοχή στο εσωτερικό του Παλιόκαστρου ήταν και είναι καλυμμένη από τεράστια πουρνάρια, εκτός από το μέσον του κάστρου και ιδιαίτερα προς την δυτική πλευρά όπου η συνεχής ανθρώπινη δραστηριότητα.

Ο Γάλλος αρχαιολόγος Yves Bequignon πού πέρασε από την κοιλάδα γύρω στο 1930 ανέβηκε στο κάστρο και μας έδωσε την παρακάτω περιγραφή.

[Το αρχαίο οχυρό που βρίσκεται στα ανατολικά του χωριού Τσοπαλνάτες (Λυγαριά)  είναι σχεδόν άγνωστο στους κατοίκους, ωστόσο δεν είναι καθόλου μακριά παρά 20 λεπτά, αλλά δεν κτυπά στο μάτι σαν επιβλητική όψη. Είναι περιτριγυρισμένο από ένα τοίχο από ταιριαστές πέτρες. Η μορφή του είναι ελλειψοειδής. Ο μεγάλος άξονας είναι 200 μέτρα ενώ ο μικρός 45 μέτρα και η περίμετρος του περίπου 800 μέτρα. Το πρόχωμα είναι καλά διατηρημένο κυρίως δυτικά, όπου διατηρούνται κομμάτια πού έχουν μέχρι 20 μέτρα μήκος. Το μέσο πάχος του τείχους ποικίλει από 1.85-1.40 μέτρα.

Το ύψος φτάνει νότια 1.60-2 μέτρα, άλλοτε 1.40 μέτρα. Το τείχος είναι χτισμένο πάνω σε χοντρές πέτρες και πάνω στις οποίες έχει τεθεί ένα διπλό τοίχωμα εσωτερικά και εξωτερικά με μπλοκάρισμα από πέτρες. Στην ανατολική πλευρά υπάρχουν διάσπαρτα μπλοκ και τείχη ύψους 1.60 μέτρα και πάχους 1.65 μέτρα. Φαίνεται ότι κάποια πόρτα υπήρχε στο ανατολικό σημείο, όμως ίσως να μην ταιριάζει στην κλασική θεωρία. Στο εσωτερικό αυτού του οχυρού παρατηρούμε σωρούς από πετρώματα, τα οποία όμως δεν έχουν αναγνωριστεί χωρίς την απαραίτητη δειγματοληψία.

Από το φρούριο, η θέα στην κοιλάδα αγκαλιάζει όλη τη δεξιά όχθη του Σπερχειού και τα γύρω χωριά από δυτικά προς ανατολικά Υπάτη, Μεξιάτες, Κομποτάδες, και μέχρι τη θάλασσα.)

Το Παλιόκαστρο είναι κτισμένο βορειοδυτικά της Λαμίας και ανατολικά της Λυγαριάς. Είναι πετρόχτιστο και η τεχνοτροπία της κατασκευής του μας παραπέμπει στη μυκηναϊκή εποχή. Ο Yves Bequignon περιγράφοντας το Παλιόκαστρο όπως είδαμε παραπάνω αναφέρετε σε κάποια πετρώματα που υπήρχαν στο εσωτερικό του κάστρου την εποχή που το επισκέφτηκε. Από αυτά τα πετρώματα, σήμερα δεν έχει απομείνει τίποτα, ο χώρος εντός του κάστρου είναι κενός. Πιθανόν να έχουν χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής, για την ανέγερση κατοικιών στα γύρω χωριά, στην πόλη της Λαμίας, ίσως και για την ανέγερση του μοναστηρίου της Αγίας Άννας βορειοδυτικά του κάστρου.

Οι ιστορικοί και οι περιηγητές που ασχολήθηκαν με την τοπική ιστορία έχουν σαν δεδομένο ότι το Παλιόκαστρο δημιουργήθηκε και χρησιμοποιήθηκε για στρατιωτικούς σκοπούς και πιστεύουν ότι ήταν αμυντικό έργο των Μαλιέων απέναντι στους Αινιάνες.

Εκ πρώτης όψεως και σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, όποιος ανέβει στο Παλιόκαστρο θα καταλάβει ότι η υψομετρική του θέση και ο τρόπος κατασκευής του, το καθιστούν αδύνατο να χρησιμοποιηθεί ως χώρος στρατιωτικών επιχειρήσεων, διότι οι αμυντικές δυνατότητές του σύμφωνα με την σημερινή αντίληψη και πραγματικότητα είναι ελάχιστες.

Σήμερα, περισσότερο μοιάζει σαν στρατιωτικό παρατηρητήριο εν καιρώ ειρήνης, από μια δύναμη που ήθελε να παρατηρεί την κοιλάδα και να ελέγχει τα περάσματα βόρεια της Σίδης, παρά ως στρατιωτικό οχυρό. Όποιος κατείχε με οποιονδήποτε τρόπο το Παλιόκαστρο, μπορούσε πολύ εύκολα να παρατηρήσει οποιαδήποτε κίνηση- δραστηριότητα στην νότια είσοδο - έξοδο του Δερβέν Φούρκα, στον Μαλιακό κόλπο, στην Τραχίνα, στις Θερμοπύλες, στην Οίτη, στην Υπάτη 20 και τα βόρεια-βορειοδυτικά περάσματά της, γενικώς ελέγχει οποιαδήποτε κίνηση σε όλη την κοιλάδα του Σπερχειού ποταμού, τον δρόμο Δερβέν Φούρκα αλλά και τα περάσματα που έρχονταν από αυτόν.


Ο Τριαντάφυλλος Παπαναγιώτου  μας ενημερώνει ότι για την προστασία της Λαμίας από τον βορά υπήρχε και άλλο κάστρο στην βορειοανατολική πλευρά της Λαμίας, στην κοιλάδα το Αχελώου . Επομένως εδώ διαπιστώνουμε ότι υπήρχε μία ισχυρή αμυντική διάταξη,  Παλιόκαστρο, κάστρο του Αχελώου και το Καστράκι έξω από τον Σταυρό για την άμυνα της Λαμίας από βορειοδυτικά.
Μέχρι πριν από πενήντα χρόνια βόρεια της Σίδης υπήρχε δρόμος που περνούσε βόρεια του Παλιόκαστρου. Ο Fr. Staehlin μας ενημερώνει ότι ο αναφερόμενος δρόμος ξεκινούσε από την κύρια οδό Λαμίας –Δομοκού, στο ύψος της Ταράτσας, περνούσε πάνω από την Νταϊτσά, βόρεια του Παλιόκαστρου και στο ύψος της Λυγαριάς ενωνόταν με τον δρόμο που έρχονταν από το πέρασμα Δερβέν Φούρκα.

Τα υπολείμματα του παραπάνω δρόμου υπήρχαν σε μικρή απόσταση νότια - νοτιοδυτικά του Παλιόκαστρου τουλάχιστον μέχρι το 2011. Ο αναφερόμενος δρόμος ήταν αρκετά φαρδύς, σε κάποιο σημείο ήταν στρωμένος με πέτρες, σε τέτοιο πλάτος, που θα μπορούσε να περάσει και τροχήλατη άμαξα. Εκτιμούμε ότι η κατασκευή του συγκεκριμένου δρόμου εξυπηρετούσε βασικά τις στρατιωτικές ανάγκες αυτών που κατείχαν το Παλιόκαστρο, την οδική επικοινωνία των κατοίκων της κοιλάδας του Σπερχειού, των ταξιδιωτών, των εμπόρων που ανεβοκατέβαιναν τα περάσματα και αυτών που ήθελαν να παρακάμψουν την Λαμία για να κατευθυνθούν ανατολικά, βόρεια ή δυτικά, πίσω ή μέσα από την Σίδη.

Για τις ανάγκες πρόσβασης στο Παλιόκαστρο υπάρχει και δεύτερος «αρχαίος» δρόμος -μονοπάτι πια σήμερα, πολύ πιο στενός από τον δρόμο που αναφέραμε  παραπάνω. Ο δρόμος-μονοπάτι ξεκινάει από την δυτική πλευρά της Ντρατσιέρας και καταλήγει στην νοτιοανατολική πλευρά του Παλιόκαστρου στο σημείο που ο Fr. Staehlin τοποθετεί την είσοδο του κάστρου.

Σύμφωνα με την έρευνα γνωρίζουμε ότι το τελευταίο αμυντικό έργο των Λαμιέων προς τα δυτικά απέναντι στους Υπαταίους ήταν το Καστράκι δυτικά του χωριού Σταυρός. Από εκεί και βόρεια εντός της κοιλάδας δεν έχει βρεθεί άλλο οχυρωματικό έργο, λόγω της βαλτώδους και απροσπέλαστης Σίδης (Γεωγραφικός προσδιορισμός). Η απροσπέλαστη περιοχή καθιστούσε αδύνατη οποιαδήποτε στρατιωτική επιχείρηση μέσα στα όρια της Σίδης για τα δεδομένα εκείνης της εποχής και έδινε στην πεδινή βορειοδυτική πλευρά της Λαμίας ένα φυσικό και αδιαπέραστο οχυρό απέναντι στους αντιπάλους της.

Μπορεί η Σίδη στον κάμπο του Σπερχειού να παρείχε ασφάλεια στα βορειοδυτικά σύνορα της Τραχίνας αρχικά και στην Λαμία αργότερα, όμως ο δρόμος και τα περάσματα που υπήρχαν βόρεια της Σίδης έδιναν ένα σοβαρό στρατιωτικό πλεονέκτημα στους αντίπαλους της, αν ήταν αφύλαχτα. Έτσι, το κάστρο στις παρυφές της Όθρυς χρησιμοποιήθηκε και ως στρατιωτικό οχυρό για τις αμυντικές ανάγκες της Τραχίνας, με στόχο την έγκυρη προειδοποίηση και αντιμετώπιση των εισβολέων από τον βορά ή από την κοιλάδα του Σπερχειού.

Ίσως όμως ο αναφερόμενος, από τον Fr. Staehlin ορεινός δρόμος, να είναι ένα ακόμη στοιχείο το οποίο συνέβαλε στην επιλογή της συγκεκριμένης τοποθεσίας, στην δημιουργία του Κάστρου. Λόγο του δρόμου ο κάτοχος του Παλιόκαστρου έχει την δυνατότητα να φιλοξενεί στο Παλιόκαστρο μια δύναμη ταχείας επέμβασης για εκείνη την εποχή. Μέσω του δρόμου που περνούσε βόρεια και μπροστά από το κάστρο, θα μπορούσε πολύ γρήγορα μια στρατιωτική ομάδα να επέμβει πολύ άμεσα με σημείο δράσης, από την κοιλάδα του Σπερχειού, το πέρασμα Βερβέν Φούρκα έως τον Φθιωτικό Αχελώο.

Παρατηρώντας τον χάρτη θα δούμε ότι το Παλιόκαστρο σε συνδυασμό με το κάστρο που υπήρχε στον Ξεριά και το Καστράκι δυτικά του Σταυρού Φθιώτιδος, δημιουργούν ένα αμυντικό τόξο για την προστασία των Μαλιέων από τα βορειοδυτικά. Με το σημερινό γεωγραφικό ανάγλυφο, είναι δύσκολο να αντιληφτούμε την γεωστρατηγική αντίληψη εκείνης της εποχής, επειδή έχει εξαφανιστεί το μεγαλύτερο μέρος του κάστρου, ο παραπάνω αναφερόμενος δρόμος και πολλά άλλα γεωργικά και ιστορικά στοιχεία εκείνης της εποχής τα οποία θα μας βοηθούσαν στην έρευνα. Όμως παρ όλα τα παραπάνω αναφερόμενα στρατιωτικά πλεονεκτήματα που παρουσιάζει το Παλιόκαστρο και με τα μέχρι τώρα στοιχεία, τίποτα δεν δικαιολογεί την συγκεκριμένη υψομετρική του θέση.

Όλα τα παραπάνω στρατιωτικά πλεονεκτήματα θα μπορούσε το ίδιο εύκολα να τα παρέχει το κάστρο αν ήταν κτισμένο πάνω από την Ντρατσιέρα, στον πρώτο λόφο της ίδιας λοφοσειράς ή να είναι σε κάποιον λόφο που θα ήταν πιο κοντά στο δρόμο που ενώνει το πέρασμα Δερβέν Φούρκα με την κοιλάδα του Σπερχειού. Όμως το κάστρο είναι κτισμένο, στην μέση του πουθενά, ψηλά στον τρίτο λόφο, βόρεια της Ντρατσιέρας. Η επιλογή της τοποθεσίας για την κατασκευή του Κάστρου μόνο τυχαία δεν ήταν. Θα έπρεπε όλη η περιοχή να καθαριστεί από τα πουρνάρια, να μεταφερθούν τεράστιες πέτρες από μακριά να χτιστή το κάστρο στον συγκεκριμένο λόφο, κάπου στην μέση του πουθενά.

Επομένως εκ των πραγμάτων αντιλαμβανόμαστε ότι το Παλιόκαστρο κτίστηκε μόνο και μόνο για στρατιωτικούς σκοπούς. Η κατασκευή του κάστρου απαιτούσε τεράστια έξοδα, πολύ κόσμο, τεχνολογικό εξοπλισμό δηλαδή καταστάσεις που μόνο μια οργανωμένη κοινωνία θα μπορούσε να διαθέσει. Είναι η μόνη λογική με την σημερινή αντίληψη. Εδώ οδηγούμαστε στην λογική ότι οι κατασκευαστές του κάστρου, το έκτισαν τόσο ψηλά στον συγκεκριμένο λόφο, μόνο και μόνο για να είναι ορατό από κάπου.

Ο Fr. Staehlin στην αναφορά του για το Παλιόκαστρο γράφει: «Περίπου 200 μ. ψηλότερα από το χωριό βρίσκεται, πάνω σε μια εκτεταμένη ασβεστολιθική ράχη, ένα φρούριο. Έχει περιφέρεια περίπου 400 μ. Τα 2,80 μ. πάχους τείχη έχουν από μέσα και έξω ακατέργαστες προσόψεις από χοντρές ασβεστολιθικές πλάκες, και εσωτερική γέμιση από μικρές πέτρες. Στα νοτιοανατολικά ανοίγει μια πύλη προς τη χαράδρα, η οποία οδηγεί στην πεδιάδα. Στο νότιο άκρο απολαμβάνει κανείς μια καταπληκτική θέα προς την κοιλάδα του Σπερχειού και την απέναντι ευρισκόμενη Οίτη.

Εδώ βρίσκονται οι θεμέλιοι τοίχοι ενός κτιρίου 1,90 μ. σε τετράγωνο σχήμα, προφανώς ενός αρχαίου ιερού. Αλλιώς δεν βρίσκονται μέσα στο πέτρινο ανάχωμα ούτε τοίχοι σπιτιών, ούτε θραύσματα.

Με την περιγραφή του Fr. Staehlin και την σημερινή αντίληψη περί θρησκειών θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι το Παλιόκαστρο ίσως να είχε χρησιμοποιηθεί και σαν τόπος λατρείας. Οι Μαλιείς λάτρευαν τον Πετραίο Ποσειδώνα, πατέρα της Λαμίας, βασίλισσας της Τραχίνας, η οποία σύμφωνα με την παράδοση ίδρυσε την πόλη της Λαμίας. Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω το τέμενος του Ποσειδώνος, που συναντάμε στην επιγραφή, θα πρέπει να κτίστηκε από τους Μαλιείς και λογικά θα πρέπει να ήταν κτισμένο μέσα στην χώρα των Μαλιέων κοντά στα βόρεια-βορειοδυτικά όρια της με την Υπάτη, όπως αναφέρεται στο διάταγμα.

Ο Ρωμαίος ανθύπατος στην αρχή του διατάγματος γράφει. «Αρχή των ορίων να είναι από αυτόν τον τόπο για τον οποίον έμαθα ότι υπήρξε σίδη, η οποία είναι πιο κάτω από τον περίβολο που έχει καθιερωθεί για τον Ποσειδώνα». Αν πάρουμε ξανά σαν δεδομένο ότι το τελευταίο οχυρωματικό έργο των Λαμιέων προς δυσμάς ήταν το Καστράκι, τότε το τέμενος του Ποσειδώνος ίσως να ήταν βόρεια από το Καστράκι και πίσω από την Σίδη. Αν πάρουμε επίσης σαν δεδομένο ότι το δύσβατο της περιοχής δεν θα επέτρεπε την ανέγερση λατρευτικού χώρου -τεμένους γύρω από την ελώδη Σίδη, τότε εκ των πραγμάτων οδηγούμαστε στο Παλιόκαστρο. Ίσως το Παλιόκαστρο λοιπόν, να μην ξεκίνησε ως οχυρό, ούτε παρατηρητήριο αλλά ως τόπος λατρείας.

Για να βρούμε απάντηση στο γιατί κτίστηκε τόσο ψηλά το Παλιόκαστρο, από ποιους και ποιον πραγματικά σκοπό εξυπηρετούσε, πρέπει να πάμε πολύ μακριά στην εποχή που μεσουρανούσε η Τραχίνα, η πρωτεύουσα της Μαλίδας.

Η Τραχίνα ήταν η αρχαιότατη πόλη της Φθιώτιδας, πρωτεύουσα της Μαλίδας πριν από την Λαμία.

Ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι το 427 π.χ. οι Οιταίοι κατέλαβαν και κατέστρεψαν την Τραχίνα. Έτσι, η αρχαία και ιστορική πρωτεύουσα της Φθίας και όλα τα εδάφη νότια του Σπερχειού ποταμού, πέρασαν για πάντα στους Οιταίους.

Έτσι οι Μαλιείς πιθανόν το 426 π.χ. έκτισαν την Λαμία που ουσιαστικά το όνομά της προέρχεται από τον αναγραμματισμό της λέξις Μαλία- Λαμία. Το Παλιόκαστρο προϋπήρχε της Λαμίας και θα πρέπει να χτίσθηκε για τους λόγους που αναφέραμε παραπάνω την μυκηναϊκή εποχή, τότε που όλες οι πόλεις και τα κάστρα κτίζονταν ψηλά στα βουνά και είχαν οπτική επαφή μεταξύ τους.

Αν παρατηρήσουμε τον χάρτη με τα όρια της αρχαίας Τραχίνας , θα δούμε ότι είναι ίδια με τα όρια που αμφισβητήθηκαν από τις δυο πόλεις την εποχή του Ανδριανού. Τέμενος του Ποσειδώνος, Σίδη, Δέρκυνα, Οιχαλία, Πρόαρνα. Εκτιμούμε, λοιπόν ότι το Παλιόκαστρο δεν ήταν μόνο το έσχατο παρατηρητήριο της Τραχίνας προς βορειοδυτικά.

Η Τραχίνα ήταν αρκετά μακριά για να μπορέσει να αντιμετωπίζει έγκυρα οποιαδήποτε απειλή στην άλλη άκρη της κυριαρχίας της γι’ αυτό έπρεπε να υπάρχει ένας ισχυρός στρατιωτικός χώρος στην βόρεια εσχατιά της, που να μπορεί να φιλοξενεί μια, αξιόλογη στρατιωτική δύναμη. Από τα υπολείμματα φαίνεται ότι εκείνη την εποχή το Παλιόκαστρο ήταν ένα κραταιό κάστρο, με πολύ καλές αμυντικές δυνατότητες και φιλοξενούσε μια αξιόλογη στρατιωτική δύναμη που μπορούσε να αντιμετωπίσει τις οποιεσδήποτε στρατιωτικές απειλές στις βόρειες εσχατιές της Τραχίνας.

Σύμφωνα με τον Yves Bequignon όπως προαναφέραμε οι διαστάσεις του είναι 200 μέτρα το μήκος και 45 μέτρα το πλάτος, ενώ η περίμετρός του περίπου 800 μέτρα. Αυτή η άποψη δικαιολογεί και την μεγάλη έκταση του κάστρου. Οι παραπάνω στρατιωτικές απαιτήσεις του Παλιόκαστρου θα πρέπει να ήταν τέτοιες που θα έπρεπε να μπορεί να φιλοξενεί τους στρατιώτες, τα άλογά τους και όποιες  άλλες υποδομές και ανάγκες απαιτούσε όλη αυτή η απομακρυσμένη στρατιωτική δύναμη. Στο Παλιόκαστρο προφανώς θα υπήρχε η διοίκηση της βόρειας επικράτειας της χώρας της Τραχίνας. Εκεί λογικά θα πρέπει να ήταν ο στρατιωτικός διοικητής, υπεύθυνος για την επιτήρηση των βορείων συνόρων των Μαλιέων και από εκεί θα έπαιρναν εντολές- οδηγίες, το κάστρο της Αγίας Άννας, το κάστρο του Ξεριά και το Καστράκι. Από εκεί οι Μαλιείς έλεγχαν τις κινήσεις των γειτόνων τους και ειδικά των Αινιάνων σε όλον τον κάμπο του Σπερχειού, κάτι που δεν μπορούσαν να το κάνουν από την Τραχίνα, λόγω του βόρειου όγκου της Οίτης, προς τα δυτικά της πόλης τους. Επίσης από εκεί έλεγχαν το πέρασμα Δερβέν Φούρκα και όλα τα περάσματα βόρεια της Σίδης.

Αν το κάστρο είχε κτιστεί πιο χαμηλά ίσως να είχε περισσότερες αμυντικές δυνατότητες αλλά δεν θα είχε οπτική επαφή με την Τραχίνα, διότι θα ήταν κρυμμένο πίσω από τον λόφο του προφήτη Ηλία. Επομένως το Παλιόκαστρο ήταν κτισμένο στο κατάλληλο ύψος, που συνδύαζε τον από βορρά έλεγχο της κοιλάδας του Σπερχειού, του δρόμου που περνούσε μπροστά του, τα περάσματα που υπήρχαν γύρω του, αλλά κυρίως είχε την οπτική επαφή με την Τραχίνα.

Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω μπορούμε με σιγουριά να υποθέτουμε ότι ανάμεσα στην Τραχίνα, τον λόφο του Άγιου Λουκά και στο Παλιόκαστρο, ίσως και βορειότερα, υπήρχε κάποια στρατιωτική μέθοδος επικοινωνίας, πιθανόν με την μέθοδο των φρυκτωριών ή του τηλεβόα.

Είναι πολύ πιθανόν, το Παλιόκαστρο πέρα από το τοπικό δίκτυο οπτικής επικοινωνίας, να ανήκε και στο Πανελλήνιο δίκτυο φρυκτωριών των Μυκηναίων.

Αν το Παλιόκαστρο ανήκε στο πανελλήνιο δίκτυο φρυκτωριών, που είχαν δημιουργήσει οι Μυκηναίοι όταν ξεκίνησαν να πολιορκήσουν την Τροία, τότε το μήνυμα ότι έπεσε η Τροία θα πέρασε και από το Παλιόκαστρο.

Όποιος και αν ήταν ο ρόλος του Παλιόκαστρου, μετά την κατάληψη της Λαμίας από τους Ρωμαίους, έχασε οποιαδήποτε στρατηγική αξία που είχε και εγκαταλείφτηκε.

Για τον λόγο ύπαρξης του Παλιόκαστρου στο συγκεκριμένο σημείο υπάρχει άλλες δύο εκδοχές τις οποίες σαν ερευνητής οφείλω να τις παραθέσω.

Η πρώτη εκδοχή είναι ότι ίσως το Παλιόκαστρου να ανήκε σε κάποιον παλαιολιθικό οικισμό και δημιουργήθηκε από ανθρώπους που έμεναν μέσα σε αυτόν για την ουσιαστικότερη άμυνα τους.

Η δεύτερη εκδοχή είναι η παρακάτω. Το Παλιόκαστρο ενδέχεται να ήταν η ακρόπολη κάποιας κοντινής και σημαντικής πόλης.

Όπως αναφέραμε παραπάνω το Παλιόκαστρο στην εποχή του θα πρέπει να ηταν ένα κραταιό κάστρο με ιδιαίτερες αμυντικές ικανότητες. Αν το σκεπτικό μας ευσταθεί τότε θα πρέπει να βρούμε πια ηταν η πόλη της όποιας ηταν η ακρόπολη και σε ποια θέση ηταν κτισμένη αυτή;

Σε όλη την κοντινή περιοχή καθ’ όλη την διάρκεια της έρευνας δεν συναντήσαμε κάποια συγκεκριμένη πόλη, ούτε υπολείμματα κάποιας πόλης κοντά η γύρω από το Παλιόκαστρο. Όμως βορειοδυτικά του Παλιόκαστρου υπάρχει μια εκχερσωμένη και οριοθετημένη έκταση η οποία είναι πάνω στον δρόμο πέρασμα που ενώνει το Δερβέν Φούρκα με την κοιλάδα του Σπερχειού.

Αν όντως κάποτε εκεί υπήρχε κάποια πόλη αυτή θα ηταν εκτεθειμένη στην βροχή, στο χαλάζι, στο χιόνι, στην ζέστη και στους δυνατούς αέρηδες, λόγου της θέσης που είχε επιλεγεί για να κτιστεί. Εύλογα γεννάτε το  ερώτημα, ποια ηταν αυτή η πόλη; Η παραπάνω χαρακτηρισμός ταιριάζει απόλυτα με τον χαρακτηρισμό που δίνει ο Σοφοκλής για την Φθιωτική Οιχαλία: « τανδ΄Οιχαλίας αιχμά» («στην ορεινή, την απόκρημνη Οιχαλία») και «πάτρα διήνεμος» («πατρίδα ανεμόδαρτη, πόλη που τη δέρνουν ισχυροί άνεμοι»).

ΤΟ ΠΑΛΙΟΚΑΣΤΡΟ επί χιλιάδες χρόνια το κτυπούσαν αμείλικτα ο Λίβας, οι βροχές, το χιόνι και οι αέρηδες, αλλα άντεξε σε όλα τα στοιχεία την φύσης. Όμως εκεί που δεν άντεξε και αλώθηκε ήταν σε αυτόν που το κατασκεύασε. Τον άνθρωπο!!

Το Παλιόκαστρο κατέρρευσε τα τελευταία είκοσι χρόνια λες και με παράπονο περίμενε κάποιον για να ασχοληθεί σοβαρά μαζί του.


Πηγές: Γεώργιος Καλλιώρας Φθιωτική Οιχαλία. Η γη του Βασιλιά Εύρυτου.

 

 

    

 

Ενημερωτικά δελτία

Ενημερωθείτε άμεσα από την εφημερίδα μας για τις τελευταίες ειδήσεις μέσα από την ηλεκτρονική σας διεύθυνση.