Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

1918: Η συγκλονιστική περιγραφή του πρώτου ναύτη του «Αβέρωφ» που πάτησε στην Πόλη

Την επιστολή φέρνει στη δημοσιότητα ο Αντώνης Βερικοκάκης, ιστορικός του Συνδέσμου Μικρασιατών-Κωνσταντινουπολιτών Χαλανδρίου «Ρίζες»

Το πρωί της 14ης Νοεμβρίου 1918, μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Μούδρου, το Θωρηκτό «Αβέρωφ» αγκυροβολούσε μπροστά στα ανάκτορα του Ντολμά Μπαχτσέ στην Κωνσταντινούπολη.

Ήταν μια σημαντική στιγμή, καθώς οι Έλληνες έφταναν και πάλι, 465 χρόνια μετά, στην πόλη των ονείρων τους, την πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Οι σκηνές που εκτυλίχθηκαν στους δρόμους της Πόλης μεταξύ των κατοίκων ήταν συγκλονιστικές. Την υποδοχή που επιφύλαξαν στο (ήδη θρυλικό) πλοίο του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού περιγράφει ο πλοίαρχος Τρύφων Καζάκος σε κείμενο που συνοδεύει την εικόνα της «Παναγίας της Κωνσταντινουπολίτισσας» που εκτίθεται στο ιστορικό πλοίο-μουσείο, αλλά και «ο πρώτος Έλλην στρατιώτης που πάτησε τα εδάφη εκείνα», δύο μέρες αργότερα, στις 16 Νοεμβρίου 1918. Από όσα διαβάζουμε, προκύπτει ότι η οικογένειά του είχε ξεριζωθεί από την Κωνσταντινούπολη, καθώς μία από τις χαρές που ζει, είναι ότι συναντά και πάλι συγγενείς και φίλους.

Την επιστολή που ακολουθεί ανακάλυψε ο ιστορικός και μέλος του ΔΣ του Συνδέσμου Μικρασιατών-Κωνσταντινουπολιτών Χαλανδρίου «Ρίζες» Αντώνης Βερικοκάκης, ο οποίος κατάγεται από το Σιβρισάρι της Ερυθραίας Χερσονήσου της Μικράς Ασίας.

Θωρηκτόν «Αβέρωφ»,
Εν Κωνσ/πόλει τη 16η Νοεμβρίου 1918

Αγαπητή μου μάμα, Ευφρωσύνη, Γιάνκο.

Είμαι καλά. Πολύ καλά. Μόνον για σας είμαι στεναχωρημένος. Έχω να λάβω γράμμα σας ένα μήνα και ανυπομονώ πότε θα επιστρέψη ο Πατριώτης μας ναύτης όστις ήλθεν με άδειαν εις την Αίγιναν να μου φέρη επιστολήν. Ως προς την ζωήν μου, είναι πολύ δύσκολον να περιγράψω λεπτομερώς την μεγάλην χαράν, την μεγάλην συγκίνησιν και την υπερβολικήν ευτυχίαν την οποίαν δοκιμάζω τας ημέρας αυτάς. Εν τούτοις από μια μικρή περιγραφή πολλά θα εννοήσετε και θα χαρήτε. Την πρώτη φορά που επισκεύθημεν την Πόλιν εμείναμεν 4 ώρας χωρίς ουδείς να εξέλθη και χωρίς ουδείς να μας επισκευθή. Ήτο απηγορευμένον. Κατόπιν επλεύσαμεν εις Νικομήδειαν, Τουρκιστί επωνομαζομένην Ισμίτ, και εκεί περνούσαν οι ημέρες μας. Εκεί μένοντες μου ήλθεν η ιδέα ή μάλλον η έμπνευσις να παρουσιασθώ εις τον κ. Ύπαρχον και να ζητήσω 3 ημερών άδειαν δια την Πόλιν ίνα επισκευθώ τους Συγγενείς και τακτοποιήσω τας εμπορικάς μας συναλλαγάς που είχομεν προ του πολέμου εις Κωνσταντινούπολιν.

Ο κ. Ύπαρχος αναγνώρισε το δίκαιον της παρακλήσεως και μου εχορήγησε ευχαρίστως άδειαν.

Το αντιτορπιλικόν Ιέραξ αναχωρούν με παρέλαβε, πρώτος εκ των Ναυτών του Αβέρωφ εξήλθον εις την ονειρεμένην Πόλιν, και δια να εννοήσετε τι σημασίαν έχει αυτό, αρκεί να λάβετε υπ’ όψιν σας ότι εξαιρετικώς τον Αβέρωφ οι Ομογενείς τον πιστεύουν για θεό και οι Τούρκοι τον φοβούνται σα διάολο.

Όταν επάτησα το πόδι μου στο ιερό αυτό χώμα, αδύνατον να περιγράψω τι συνέβη οι ομογενείς με ησπάζοντο και εζητωκραύγαζαν. Το παιδί μας, εφώναζαν. Να σε χαρούμε κτλ. Ένας ετοιμοθάνατος έστειλε ανθρώπους να με παρακαλέσουν να πάω να με ιδή προτού ξεψυχήσει και πολλοί εμάλωνον ποιος θα με πάρη σπίτι του. Ένας πλούσιος υπερίσχυσε, με πήρε και δεν έφυγε από κοντά μου ούτε επί στιγμήν. Διωργάνωσε εκδρομάς προς χάριν μου και βαπόρι μας έφερε οικογενειακώς εις τον Βόσπορον όπου ευρίσκετο η έπαυλίς του. Τα μάτια μου διαρκώς εθάμπωναν μπρος στης εμωρφιες του Βοσπόρου από το θαυμασμό και εκδηλώσεις του πλήθους. Εσπερίς εγένετο εκεί προς τιμήν μου εις την οποίαν έλαβον μέρος αι καλλίτεραι οικογένειαι. Άσματα ελληνικά, όργανα, ξεφάντωμα.

Ήμην ο πρώτος Έλλην στρατιώτης που πάτησε τα εδάφη εκείνα.

Την άλλην ημέραν επιστρέψαμεν εις την Πόλιν ήτο αδύνατον όμως να περπατήσω ευκόλως, πολλοί εζήτουν να με ασπασθούν. Οι δρόμοι καταστόλιστοι από Ελληνικάς σημαίας. Ενόμιζε κανείς ότι ευρίσκετο στην Αθήνα. Επεσκεύθην την Αγίαν Σοφίαν παρά το πλήθος του τουρκικού στρατού που την περιφράσει …. Αριστούργημα… Επεσκεύθην τα πατριαρχεία, τον Κεράτιον κόλπον, τον Τουρκικόν Ναύσταθμον, το Βυζάντιον, την Μεγάλην του Γένους Σχολήν.

Επέρασα 6 ημέρας εις Πόλιν με τα καλλίτερα φαγητά και γλυκίσματα μέσα σε λευκά σεντόν[ια το] βράδυ στα Ζυθεστιατόρια το καρσόνι έλεγε… κερνά ο κ. τάδε… τσουφ οι σαμπάνιες κερνά ο κ. απέναντι. Χθες ήλθεν ο Αβέρωφ εδώ, αγκυροβολήσας έμπροσθεν των ανακτόρων δια να ανοίγη του Σουλτάνου την όρεξιν, οπότε και επενέβην. χιλιάδες κόσμος μας επισκέπτεται, μεταξύ των οποίων είναι πολλοί φίλοι μου και πολλαί γνωσταί Οικογένειαι.

Γιάνκο φρόντισε να παραλάβης τους οριστικούς [τίτλους] των […] μας εν γένει. Εύχομαι η επιστολή μου να σε βρη πολίτη. Εγώ είμαι ήδη Πολ-ίτης. Όταν έλθω θα σας διηγούμαι πολλά και θα σας φέρω φίλημα από την Αγιά Σοφιά.

Του Ευάγγελου όταν έλθω θα του
φέρω Πανοράματα της Κωνσ/λεως
και πολλά καρτ’ ποστάλ.

Σας φιλώ γλυκά, γλυκά
Ανδρέας

    

 

randomness